ΘΑΛΑΣΣΙΟΣ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ - MARITIME SPATIAL PLANNING IN THE MEDITERRANEAN
Προκλήσεις, προοπτικές και προτεραιότητες - Challenges, perspectives and priorities
- Έκδοση: 2023
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 264
- ISBN: 978-960-654-996-0
- ISBN: 978-960-654-996-0
Η θάλασσα και ο θαλάσσιος χώρος έχουν έναν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη των πολιτισμών, των εθνών, των τεχνών και εν γένει της ανθρωπότητας.
Ο συλλογικός τόμος «Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός στη Μεσόγειο», σε ελληνική και αγγλική γλώσσα, φιλοδοξεί να συμβάλλει στον διάλογο για σύγχρονα χωρικά ζητήματα και προκλήσεις που συνδέονται με τον σχεδιασμό του θαλάσσιου χώρου αποσκοπώντας στη προστασία του περιβάλλοντος και την ανάπτυξη των θαλασσών. Στο πλαίσιο αυτό παρατίθενται παραδείγματα από διάφορες μεσογειακές χώρες.
Στο πρώτο τμήμα του συλλογικού τόμου οι εισηγήσεις παρουσιάζουν γεωπολιτικά και χωροταξικά διακυβεύματα, ζητήματα που αφορούν την «εδαφοποίηση» της θάλασσας και μια σχετικά νέα προσέγγιση η οποία εστιάζει στον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και στους πλωτούς υπεράκτιους «θαλάσσιους-αστικούς» οικισμούς.
Στο δεύτερο τμήμα του συλλογικού τόμου παρουσιάζεται μια σειρά εφαρμοσμένων προσεγγίσεων Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού από την Κύπρο, Ισπανία και Σλοβενία, ενώ γίνεται και ιδιαίτερη αναφορά στην περίπτωση της Ελλάδας.
Ο τόμος αυτός αποτελεί ένα σύγχρονο εργαλείο εφαρμοσμένου σχεδιασμού για ερευνητές, φοιτητές, και ενδιαφερόμενους, αναδεικνύοντας σημαντικά ζητήματα-ιδιαιτερότητες που αφορούν στο Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό σε χώρες της Μεσογείου.
The sea and the maritime space play a decisive role in the evolution of cultures, nations, the arts and humanity in general.
This collective volume aspires to contribute to the dialogue on contemporary spatial issues and challenges associated with maritime spatial planning, with a view to protecting the environment and the development of the seas. In this respect, several examples from various Mediterranean countries are presented and discussed.
In the first part of the volume, the contributions present geopolitical and spatial challenges, issues related to the “territorialization” of the sea and a relatively new approach that focuses on maritime spatial planning and floating offshore “marine-urban” settlements.
The contributions contained in the second part of the volume present a number of applied approaches to Maritime Spatial Planning from Cyprus, Spain and Slovenia, while special reference is made to the case of Greece.
This volume is a modern applied planning tool for researchers, students and other interested parties, highlighting important issues and particularities that characterize Maritime Spatial Planning in the Mediterranean countries.
Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός στη Μεσόγειο:
Προκλήσεις, Προοπτικές και Προτεραιότητες 1
Επιμέλεια: Α. Γουργιώτης, Χ. Κοκκώσης, Γ. Τσιλιμίγκας
Συγγραφείς: Κ. Αλιούρης, Ε. Ασπρογέρακας, Α. Γουργιώτης,
Ε. Ευαγόρου, Κ. Θεμιστοκλέους, Χ. Κοκκώσης, Ε. Λούλλη,
Χ. Μέττας, Γ. Πρεβελάκης, Μ. Προδρόμου, Γ. Τσιλιμίγκας,
Ν. Ιωάννου, Μ. Τζουβάρας, Δ. Χατζημιτσής, Y. Henocque,
C. Cervera-Núñez, M. Campillos-Llanos, M. Gómez-Ballesteros,
D. Sicomo
Η εδαφοποιημένη θάλασσα: γεωπολιτικά
και χωροταξικά διακυβεύματα 7
Γεώργιος Πρεβελάκης
Ομότιμος Καθηγητής, Sorbonne (Paris I) University και μόνιμος αντιπρόσωπος
της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ
Προς την αστικοποίηση της Μεσογείου: προκλήσεις και ευκαιρίες
του ΘΧΣ για πλωτές πόλεις μεταξύ ουτοπίας και πραγματικότητας 10
Dalila Sicomo
Αρχιτέκτονας, υποψήφια Διδάκτωρ Πολεοδομικού και Περιφερειακού
Σχεδιασμού και Διαμόρφωσης Τοπίου, Τμήμα Αρχιτεκτονικής,
Πανεπιστήμιο του Παλέρμο, Ιταλία. Επισκέπτρια υποψήφια Διδάκτωρ
στο Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας Πολεοδομίας και Περιφερειακής
Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βόλος, Ελλάδα
Ο Παγκόσμιος Στόχος Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ) 14 ως εργαλείο ολοκληρωμένης διαχείρισης σε τοπικό επίπεδο 37
Yves Henocque
Αντιπρόεδρος του Plan Bleu, Μηχανισμός υποστήριξης της Ευρωπαϊκής Πλατφόρμας ΘΧΣ,
εμπειρογνώμονας της Westmed
Μέθοδοι και χρήσιμα εργαλεία σχετικά
με τις θαλάσσιες δραστηριότητες για την εφαρμογή του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (ΘΧΣ) στα χωρικά ύδατα της Κύπρου 49
Ευαγόρου Ε.
Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Γεωπληροφορικής,
Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου,
Κέντρο Αριστείας ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΗΣ, Κύπρος
Μέττας Χ.
Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Γεωπληροφορικής,
Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου,
Κέντρο Αριστείας ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΗΣ, Κύπρος
Τζουβάρας M.
Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Γεωπληροφορικής,
Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου
Κέντρο Αριστείας ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΗΣ, Κύπρος
Λουλλή E.
Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Γεωπληροφορικής,
Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου,
Κέντρο Αριστείας ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΗΣ, Κύπρος
Προδρόμου M.
Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Γεωπληροφορικής,
Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου,
Κέντρο Αριστείας ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΗΣ, Κύπρος
Θεμιστοκλέους K.
Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Γεωπληροφορικής,
Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου
Κέντρο Αριστείας ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΗΣ, Κύπρος
Αλιούρης K.
Υφυπουργείο Ναυτιλίας Κύπρου
Ιωάννου N.
Υφυπουργείο Ναυτιλίας Κύπρου
Χατζημιτσής Δ.
Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Γεωπληροφορικής,
Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου,
Κέντρο Αριστείας ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΗΣ, Κύπρος
Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός στη Μεσόγειο:
Προκλήσεις, Προοπτικές και Προτεραιότητες
Μια σύντομη ιστορία για τον ΘΧΣ στην Ισπανία:
προκλήσεις και ευκαιρίες 67
Cristina Cervera-Núñez, Mónica Campillos-Llanos,
María Gómez-Ballesteros
Ισπανικό Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας (IEO, CSIC)
Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός στην Ελλάδα:
Zητήματα μεθοδολογίας και εφαρμογής 89
Γουργιώτης Ανέστης
Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας Πολεοδομίας
και Περιφερειακής Ανάπτυξης Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Κοκκώσης Χάρης
Ομότιμος Καθηγητής, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας Πολεοδομίας
και Περιφερειακής Ανάπτυξης Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Τσιλιμίγκας Γεώργιος
Αναπληρωτής Καθηγητής, Τμήμα Γεωγραφίας Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Αλληλεπίδραση μεταξύ χερσαίου και
Θαλάσσιου Χωρικού Σχεδιασμού στην Ελλάδα 106
Ευάγγελος Ασπρογέρακας
Επίκ. Καθηγητής, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας Πολεοδομίας και
Περιφερειακής Ανάπτυξης Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχέδιο σε μικρές θαλάσσιες περιοχές:
Το παράδειγμα της Σλοβενίας 120
Slavko Mezek
Διευθυντής Προγράμματος στο Κέντρο Περιφερειακής Ανάπτυξης του Koper
Table of contents
Maritime Spatial Planning in the Mediterranean:
Challenges, Perspectives and Priorities 135
Editors: A. Gourgiotis, H. Coccossis, G. Tsilimigkas
Authors: K. Aliouris, E. Asprogerakas, A. Gourgiotis,
E. Evagorou, K. Themistocleous, H. Coccossis, E. Loulli,
C. Mettas, G. Prevelakis, M. Prodromou, G. Tsilimigkas,
N. Ioannou, M. Tzouvaras, D. Hadjimitsis, Y. Henocque,
C. Cervera-Núñez, M. Campillos-Llanos, M. Gómez-Ballesteros,
D. Sicomo
The territorialized sea: Geopolitical and spatial planning challenges 141
Georges Prevelakis
Professor Emeritus, Sorbonne (Paris 1) University and
Permanent Representative of Greece at the OECD.
Towards the urbanisation of the Med sea:
MSP challenges and opportunities for floating
cities between utopia and reality 144
Dalila Sicomo
Architect, Ph.D. Candidate in City, Region and Landscape Planning,
Department of Architecture, University of Palermo, Italy.
Visiting at the Department of Spatial Planning and Regional
Development, University of Thessaly, Volos, Greece
SDG14 as a local integrated management tool 167
Yves Henocque
Plan Bleu Vice-President;
EU MSP Platform Assistance Mechanism, Westmed expert
Methods and useful tools regarding maritime activities for
the implementation of Maritime Spatial Planning (MSP)
in the territorial waters of Cyprus 177
E. Evagorou
Department of Civil Engineering and Geomatics, Faculty of Engineering and Technology, Cyprus University of Technology, Eratosthenes Centre of Excellence, Cyprus
C. Mettas
Department of Civil Engineering and Geomatics, Faculty of Engineering and Technology, Cyprus University of Technology, Eratosthenes Centre of Excellence, Cyprus
M. Tzouvaras
Department of Civil Engineering and Geomatics, Faculty of Engineering and Technology, Cyprus University of Technology, Eratosthenes Centre of Excellence, Cyprus
E. Loulli
Department of Civil Engineering and Geomatics, Faculty of Engineering and Technology, Cyprus University of Technology, Eratosthenes Centre of Excellence, Cyprus
M. Prodromou
Department of Civil Engineering and Geomatics, Faculty of Engineering and Technology, Cyprus University of Technology, Eratosthenes Centre of Excellence, Cyprus
K. Themistocleous
Department of Civil Engineering and Geomatics, Faculty of Engineering and Technology, Cyprus University of Technology, Eratosthenes Centre of Excellence, Cyprus
K. Aliouris
Deputy Ministry of Shipping, Cyprus
N. Ioannou
Deputy Ministry of Shipping, Cyprus
D. Hadjimitsis
Department of Civil Engineering and Geomatics, Faculty of Engineering and Technology, Cyprus University of Technology, Eratosthenes Centre of Excellence, Cyprus
Maritime Spatial Planning in the Mediterranean area:
Challenges, Perspectives and Priorities
A short story about MSP in Spain: challenges
and opportunities 194
Cristina Cervera-Núñez, Mónica Campillos-Llanos, María Gómez-Ballesteros
Spanish Institute of Oceanography (IEO, CSIC)
Maritime Spatial Planning in Greece:
methodological and implementation issues 212
Gourgiotis Anestis
Assistant Professor, Department of Urban Planning and Regional Development,
University of Thessaly
Coccossis Harry
Professor Emeritus, Department of Urban Planning and Regional Development,
University of Thessaly
Tsilimigkas Georgios
Associate Professor, Department of Geography, University of the Aegean
Interaction between Land-based and
Maritime Spatial Planning in Greece 227
Evangelos Asprogerakas
Assistant Professor, Department of Urban Planning and Regional Development,
University of Thessaly
MSP in small sea spaces: Example of Slovenia 240
Slavko Mezek
Programme manager at the Regional Development Center Koper
Σελ. 1
Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός στη Μεσόγειο: Προκλήσεις, Προοπτικές και Προτεραιότητες
Επιμέλεια: Α. Γουργιώτης, Χ. Κοκκώσης, Γ. Τσιλιμίγκας
Συγγραφείς: Κ. Αλιούρης, Ε. Ασπρογέρακας, Α. Γουργιώτης, Ε. Ευαγόρου, Κ. Θεμιστοκλέους, Χ. Κοκκώσης, Ε. Λούλλη, Χ. Μέττας, Γ. Πρεβελάκης, Μ. Προδρόμου, Γ. Τσιλιμίγκας, Ν. Ιωάννου, Μ. Τζουβάρας, Δ. Χατζημιτσής, Y. Henocque, C. Cervera-Núñez, M. Campillos-Llanos, M. Gómez-Ballesteros, D. Sicomo
Εισαγωγή
Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ) έχει αναδειχθεί σε ζήτημα προτεραιότητας τα τελευταία χρόνια. Έχει αναγνωριστεί ευρέως η σημασία του όχι μόνο από την κοινότητα των ακαδημαϊκών αλλά και από τη διοίκηση, κεντρική και αποκεντρωμένη, ως απαραίτητη συνιστώσα της αναπτυξιακής διαδικασίας. Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός οφείλει να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες αναπτυξιακές ανάγκες χωρίς να υποθηκεύει τη δυνατότητα των μελλοντικών γενεών να εξυπηρετήσουν τις δικές τους, να θεραπεύει προβλήματα και συγκρούσεις χρήσεων στον θαλάσσιο χώρο και να προσδιορίζει το πλαίσιο για την πραγματική προστασία του φυσικού περιβάλλοντος.
Η Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «Περί θεσπίσεως πλαισίου για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό» προσδιορίζει την σημασία για την ολοκλήρωση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού στα ευρωπαϊκά κράτη χωρίς να θίγει την αρμοδιότητα των κρατών μελών για τον χωρικό σχεδιασμό που αφορά στον παράκτιο και νησιωτικό χώρο (Οδηγία 2014/89/ΕΕ). Η επιλογή αυτή υπαγορεύτηκε από το γεγονός ότι το πλαίσιο του χερσαίου χωρικού σχεδιασμού, στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, οργανώνεται μέσα από ώριμα συστήματα διαχείρισης που έχουν ενσωματώσει τις κατά περίπτωση ιδιαιτερότητες των αντίστοιχων χώρο-κοινωνικών συστημάτων. Στον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό αντιθέτως, δεν υπάρχει ακόμα η αντίστοιχη εμπειρία. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει, στην καλύτερη των περιπτώσεων, εμπειρία λίγων ετών. Στο πλαίσιο αυτό, οι όροι για την εφαρμογή του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού αλλά και της συνάρθρωσης αυτού με τον Χερσαίο
Σελ. 2
Χωρικό Σχεδιασμό αποτελούν κρίσιμα ζητήματα και ειδικά για χώρες με μεγάλη ακτογραμμή και πολύ νησιωτικό χαρακτήρα , όπως η Ελλάδα.
Ο συλλογικός τόμος «Θαλάσσιος Χωροταξικός σχεδιασμός στη Μεσόγειο: Προκλήσεις, Προοπτικές και Προτεραιότητες» προσεγγίζει κρίσιμα θέματα Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού και φιλοδοξεί να συμβάλει στον διάλογο για τα σύγχρονα χωρικά ζητήματα που συνδέονται με τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη του θαλάσσιου χώρου παραθέτοντας παραδείγματα από διάφορες μεσογειακές χώρες. Στον συλλογικό τόμο περιλαμβάνονται επιστημονικές εργασίες αναγνωρισμένων επιστημόνων που ασχολούνται με τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό.
Φιλοξενούνται εμπειρίες και περιπτώσεις σχεδίων εφαρμογής για τον θαλάσσιο χώρο, μέρος των οποίων παρουσιάστηκαν και στη διαδικτυακή συνάντηση-σεμινάριο (webinar) με τίτλο «Θαλάσσιος Χωροταξικός σχεδιασμός στη Μεσόγειο: Προκλήσεις, Προοπτικές και Προτεραιότητες» (“Maritime spatial planning in the Mediterranean area: challenges, perspectives and priorities”), που διοργανώθηκε με τη συμβολή της Γαλλικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Γαλλικού Ινστιτούτου της Ελλάδας και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης) στις 12 Μαΐου 2022. Ο συλλογικός τόμος εκπονήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος «Διασυνοριακή Συνεργασία για Εφαρμογή Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού ΘΑΛ-ΧΩΡ 2» του Προγράμματος Συνεργασίας Interreg V-A «Ελλάδα–Κύπρος 2014-2020».
Ο συλλογικός τόμος εστιάζει σε βασικά και επίκαιρα θέματα που έχουν προκύψει μέσα από την εκπόνηση των Θαλάσσιων Χωροταξικών Σχεδίων, όπως:
• το χωρικό επίπεδο εφαρμογής του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (εθνικό, περιφερειακό, τοπικό) και οι όροι της διασύνδεσης αυτών μεταξύ τους
• η σχέση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού με τον Χερσαίο Χωροταξικό Σχεδιασμό, όπως αυτός εφαρμόζεται σε εθνικό, περιφερειακό, και τοπικό επίπεδο
• ο βαθμός δεσμευτικότητας του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού
• η διασύνδεση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού με την αναπτυξιακή πολιτική
• η συνεργασία σε διεθνές επίπεδο και το πλαίσιο εφαρμογής του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού
• η αστικοποίηση της Μεσογείου και οι ευκαιρίες που παρουσιάζονται για τις υπεράκτιες περιοχές και πλωτές πόλεις.
Στο πρώτο τμήμα του συλλογικού τόμου οι εισηγήσεις παρουσιάζουν γεωπολιτικά και χωροταξικά διακυβεύματα, ζητήματα που αφορούν την «εδαφοποίηση» της θάλασσας και μια σχετικά νέα προσέγγιση η οποία εστιάζει στον θαλάσσιο
Σελ. 3
χωροταξικό σχεδιασμό και στους πλωτούς υπεράκτιους «θαλάσσιους-αστικούς» οικισμούς.
Στο δεύτερο τμήμα του συλλογικού τόμου παρουσιάζεται σειρά εφαρμοσμένων προσεγγίσεων Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού από την Κύπρο, Ισπανία, Ελλάδα και Σλοβενία, ενώ γίνεται και ιδιαίτερη αναφορά στην περίπτωση της Ελλάδας, συγκεκριμένα στην αλληλεπίδραση του χερσαίου και θαλάσσιου χωρικού σχεδιασμού. Αναλυτικότερα οι παρουσιάσεις αναφέρονται στα εξής:
Στο πρώτο θέμα ο Γ. Πρεβελάκης αναφέρεται σε ένα σύγχρονο εννοιολογικό ζήτημα που αναδύεται την τελευταία περίοδο και αφορά στην «εδαφοποιημένη» θάλασσα και στα συνακόλουθα γεωπολιτικά θέματα και χωροταξικά διακυβεύματα. Η εισαγωγή του όρου «εδαφοποίηση» σε σχέση με τη θάλασσα αναδεικνύει την ανάγκη ώσμωσης δύο διακριτών ειδικοτήτων, της Γεωπολιτικής και της Χωροταξίας. Ο θαλάσσιος χώρος αποτελούσε πάντοτε αντικείμενο της Γεωπολιτικής και αφορούσε κυρίως σε ζητήματα όπως ο ανταγωνισμός των δυνάμεων για τον έλεγχο των δικτύων, ροών, διαδρομών και κόμβων που διαδραμάτιζαν αποφασιστικό ρόλο στους παγκόσμιους συσχετισμούς δυνάμεων. Κατά συνέπεια, χωρίς θαλάσσια «εδαφικότητα» δεν υφίστατο μεγάλο περιθώριο για θαλάσσια χωροταξία. Η εξέλιξη της τεχνολογίας καθιστά δυνατή την «εδαφοποίηση» της θάλασσας, χωρίς βέβαια να περιορίζει τον ρόλο της θάλασσας στις ροές αγαθών και ανθρώπων παγκοσμίως. Αντιθέτως, η σημασία της θάλασσας στην αναπτυξιακή διαδικασία επεκτείνεται συνεχώς —ακριβώς λόγω της «εδαφοποίησης»— και αφορά π.χ. στη δυνατότητα να μεταφέρεται φυσικό αέριο μέσω βυθισμένων αγωγών, ψηφιακές πληροφορίες μέσω εμποτισμένων καλωδίων κ.λπ.
Στη συνέχεια, η D. Sicomo αναφέρεται σε μια νέα σχετικά προσέγγιση, η οποία εστιάζει στον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και στους πλωτούς υπεράκτιους «θαλάσσιους-αστικούς» οικισμούς μεταξύ ουτοπίας και πραγματικότητας. Δεδομένου ότι αυτό το είδος της παράκτιας εγκατάστασης αντιπροσωπεύει μια αναδυόμενη πρακτική, δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε ρυθμίζεται από τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό. Η συμβολή της εργασίας αυτής έχει στόχο να υπογραμμίσει τον θεμελιώδη ρόλο του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού, προκειμένου να εξετάσει εκ των προτέρων τη δυνατότητα για χωροθέτηση πλωτών αστικών οικισμών. Η εργασία προσφέρει το πλαίσιο για προβληματισμό σχετικά με τον ρόλο του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού σε ζητήματα που θα τεθούν στο άμεσο μέλλον. Η ανθρωπογενής συνεχιζόμενη κλιματική αλλαγή έχει αποτέλεσμα την προσπάθεια επαναπροσδιορισμού της ανθρώπινης ζωής στον πλανήτη, καθώς αντιμετωπίζει ακραίες συνθήκες διαβίωσης. Ξηρασία, κίνδυνος καθίζησης, υφαλμύρωση των εδαφών, έλλειψη γης κ.λπ. έχουν οδηγήσει στην πρόβλεψη της μετατόπισης ορισμένων πόλεων που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο από τις ακτές, όπως επίσης και στη δημιουργία πλωτών πόλεων. Οι πλωτοί υπεράκτιοι οικισμοί, που θυμίζουν τις μεταβολιστικές αρχιτεκτονικές ουτοπίες
Σελ. 4
των αρχών του 20ού αιώνα, αναδύονται ως πραγματικότητες σε άλλα μέρη του πλανήτη χάρη στην προηγμένη τεχνολογία (π.χ. Oceanix, Νότια Κορέα). Οι πλωτοί οικισμοί συνεπάγονται εντατική αστικοποίηση του θαλάσσιου χώρου, στον οποίο η ανθρώπινη παρουσία είναι ήδη διάχυτη.
Ο Henocque, στη συνέχεια, παρουσιάζει τον σημαντικό ρόλο του Sustainable Development Goal (SDG14) ως εργαλείου τοπικής ολοκληρωμένης διαχείρισης. Ο SDG14 επικεντρώνεται στις ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις με τους ωκεανούς, τις θάλασσες και τους θαλάσσιους πόρους γενικότερα, συμπεριλαμβανομένων των παράκτιων ζωνών στη διεπιφάνεια ξηράς-θάλασσας. Οι ωκεανοί, οι θάλασσες και οι παράκτιες περιοχές υπόκεινται σε ρύπανση, υπερεκμετάλλευση και επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής όπως η αύξηση της θερμοκρασίας, η διάβρωση των ακτών, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, η οξίνιση και η αποξυγόνωση των ωκεανών. Πολλά παράκτια και θαλάσσια οικοσυστήματα υφίστανται αισθητή πίεση, θέτοντας σε κίνδυνο τα αγαθά που παρέχουν. Στην εργασία αυτή περιγράφονται οι στόχοι τoυ SDG14, οι οποίοι καλύπτουν τις περισσότερες από τις ανθρωπογενείς πιέσεις στο παράκτιο και θαλάσσιο περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων των παράκτιων κοινοτήτων των μικρών νησιωτικών αναπτυσσόμενων κρατών και των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών, οι οποίες εξαρτώνται ιδιαίτερα από τους ωκεανούς και, συνεπώς, επηρεάζονται ιδιαίτερα από τις αρνητικές κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις.
Οι Ευαγόρου, Μέττας, Τζουβάρας, Λούλλη, Προδρόμου, Θεμιστοκλέους, Αλιούρης, Ιωάννου, Χατζιμιτσής, παρουσιάζουν στη συνέχεια την κυπριακή εμπειρία εστιαζόμενοι σε μεθόδους και χρήσιμα εργαλεία σχετικά με τις θαλάσσιες δραστηριότητες για την εφαρμογή του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού στα χωρικά της ύδατα της Κύπρου. Ειδικότερα, η εφαρμογή του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού στοχεύει να φέρει σε επαφή διαφορετικές δημόσιες αρχές και ενδιαφερόμενα μέρη για την αειφόρο οργάνωση και χαρτογράφηση των θαλάσσιων και παράκτιων πόρων. Το πρώτο βήμα για την ανάπτυξη του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού επιτεύχθηκε με επιτυχία για την Κύπρο μέσω της υλοποίησης του πρώτου διασυνοριακού έργου, ΘΑΛ-ΧΩΡ. Μετά το έργο ΘΑΛ-ΧΩΡ, το διάδοχό του έργο με τίτλο ΘΑΛ-ΧΩΡ 2 αναμένεται να αξιολογήσει τις αυξημένες ανάγκες διαχείρισης και παρακολούθησης του θαλάσσιου χώρου, τον σχεδιασμό και την εφαρμογή σχετικών πολιτικών με επίκεντρο τα Θαλάσσια Χωροταξικά Σχέδια και να καταρτίσει το προσχέδιο για τα θαλάσσια ύδατα της Κύπρου. Η εφαρμογή επιτεύχθηκε συνδυάζοντας τις αρχές του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού με ζητήματα ευρύτερης θαλάσσιας διακυβέρνησης, πολιτικής και οικονομίας και λαμβάνοντας υπόψη καλές πρακτικές από διεθνείς οργανισμούς και μεμονωμένα κράτη. Για τη σύνταξη του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδίου, όλα τα δεδομένα από το έργο ΘΑΛ-ΧΩΡ συνδυάστηκαν με τα επικαιροποιημένα δεδομένα που προέκυψαν από την υλοποίηση του ΘΑΛ-ΧΩΡ 2. Το έργο βασίζεται στο
Σελ. 5
θεσμικό πλαίσιο για την ανάλυση και οργάνωση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στη θάλασσα και τον παράκτιο χώρο για την επίτευξη της σύνθεσης των κοινωνικών, οικονομικών, περιβαλλοντικών και πολιτιστικών στόχων της δημοκρατίας. Στόχος είναι η υποβολή διαφορετικών σεναρίων Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδίου ως πρότασης πολιτικής που θα προωθεί τη βιώσιμη ανάπτυξη στη θαλάσσια περιοχή και τις παράκτιες ζώνες, επιδιώκοντας την αρμονική συνύπαρξη δραστηριοτήτων και χρήσεων με την εφαρμογή μιας προσέγγισης βασισμένης στις αρχές της αειφορίας.
Η ισπανική εμπειρία για την εκπόνηση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού παρουσιάζεται από τους Cervera-Núñez, Campillos-Llanos και Gómez-Ballesteros και είναι εστιασμένη στην εφαρμογή του με την ανάδειξη των προκλήσεων και των ευκαιριών. Επιχειρείται μια σύντομη ιστορική αναδρομή για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό στην Ισπανία. Η εργασία επιλέγει τρόπο αφήγησης κατανοητό στο ευρύ κοινό, αποφεύγοντας σύνθετες εννοιολογικές τοποθετήσεις και λογιοτατισμούς . Το κείμενο είναι δομημένο όπως μια συνομιλία, συμπληρώνεται από πλαίσια με χρήσιμες πληροφορίες που μπορεί να χρειαστεί ο αναγνώστης (ο οποίος ενδεχομένως να μην έχει συγκεκριμένες γνώσεις για το θέμα ή για το σύστημα διακυβέρνησης και το νομικό σύστημα της Ισπανίας) και υποσημειώσεις για επιπρόσθετες πληροφορίες. Τα τελικά σχέδια του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού δεν έχουν ακόμη εγκριθεί, επομένως η εργασία βασίζεται στις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τη δημόσια διαβούλευση του Planes de Ordenación del Espacio Marítimo (POEMs) στο πλαίσιο της στρατηγικής περιβαλλοντικής αξιολόγησης που πραγματοποιήθηκε από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο του 2021.
Οι Γουργιώτης, Κοκκώσης, Τσιλιμίγκας παρουσιάζουν την ελληνική εμπειρία και εστιάζουν σε μεθοδολογικά ζητήματα και εφαρμογές του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού, αναδεικνύοντας τη σημασία του για την Ελλάδα. Η εργασία επικεντρώνεται σε θέματα που αφορούν στην εξέλιξη του συστήματος χωρικού σχεδιασμού στην Ελλάδα και τη σύνδεση του με το θαλάσσιο χωρικό σύστημα, καθώς και σε βασικά μεθοδολογικά ζητήματα και ζητήματα εφαρμογής του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού: Γίνεται αναφορά σε θέματα που σχετίζονται με το χωρικό επίπεδο εφαρμογής του στην Ελλάδα, τη σχέση του με τον χερσαίο χωροταξικό σχεδιασμό, τον βαθμό δεσμευτικότητάς του και τη σύνδεσή του με την αναπτυξιακή πολιτική. Αναδεικνύεται το γεγονός ότι με τη θεσμοθέτησή τους, τα θαλάσσια χωροταξικά εργαλεία θα αποτελέσουν τα νέας γενιάς εργαλεία χωροταξικού σχεδιασμού, που θα διακατέχονται από προβλέψεις για τη διασφάλισή συνεργειών μεταξύ δραστηριοτήτων και θα προλαμβάνουν και θα θεραπεύουν συγκρούσεις χρήσεων, όπου αυτές δημιουργούνται. Διευκρινίζεται
Σελ. 6
επίσης ότι στην Ελλάδα ακόμα δεν έχουν συνταχθεί και θεσμοθετηθεί εξειδικευμένα πλαίσια για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό. Η Εθνική Χωρική Στρατηγική για τον Θαλάσσιο Χώρο βρίσκεται σε διαδικασία θεσμοθέτησης, ενώ το πρώτο Θαλάσσιο Χωροταξικό Πλαίσιο αναμένεται άμεσα να ολοκληρωθεί για τη Θαλάσσια Χωρική Ενότητα του ευρύτερου Β. Αιγαίου.
Μια δεύτερη εργασία για την Ελλάδα από τον E. Ασπρογέρακα έρχεται να εμβαθύνει στη σχέση του θαλάσσιου και χερσαίου χωρικού σχεδιασμού. Ειδικότερα, η εργασία αυτή στοχεύει στην ένταξη των εργαλείων του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού στο σύστημα χωρικού σχεδιασμού της Ελλάδας, με έμφαση στους μηχανισμούς που προβλέπονται για την αλληλεπίδρασή του με τα θεσμοθετημένα Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού για τον χερσαίο χώρο, συμπεριλαμβανομένου του παράκτιου. Η εργασία αυτή αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια αναγνώρισης και αξιολόγησης των αναφορών του χωροταξικού σχεδιασμού στη θαλάσσια περιοχή του ευρύτερου Β. Αιγαίου. Στα συμπεράσματα επιχειρείται μια πρώτη αναγνώριση των χαρακτηριστικών ενός πλαισίου για τον συντονισμό του χωροταξικού σχεδιασμού σε ξηρά και θάλασσα.
Τέλος, ο Mezek παρουσιάζει την εμπειρία της Σλοβενίας στον σχεδιασμό μικρών θαλάσσιων περιοχών. Η σλοβενική θάλασσα και η ακτογραμμή είναι σχετικά μέτρια σε μέγεθος, καλύπτοντας μόνο ένα μικρό τμήμα της Αδριατικής, της Μεσογείου και των ακτών τους. Ωστόσο, έχει μεγάλη οικονομική, οικολογική, συμβολική και πολιτιστική σημασία. Ανεξάρτητα από τις γενικές παγκόσμιες τάσεις, ο ναυτιλιακός τομέας της Σλοβενίας βρίσκεται σε πτώση τις τελευταίες δεκαετίες, κυρίως λόγω των περιορισμών του χώρου, αλλά και για άλλους λόγους. Το λιμάνι του Κόπερ αποτελεί αξιοσημείωτη θετική εξαίρεση, καθώς αναπτύσσεται σταθερά και θεωρείται ένα από τα πιο επιτυχημένα λιμάνια της Αδριατικής. Η Σλοβενία υιοθέτησε τον Θαλάσσιο Χωρικό Σχεδιασμό το 2021. Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται κομβικά ζητήματα της θαλάσσιας και παράκτιας περιοχής της Σλοβενίας. Ακολούθως, συνοψίζονται για την προετοιμασία ενός Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδίου τα βασικά σημεία εκκίνησης, ενώ προσδιορίζονται και οι βασικές ενότητες και κεντρικές διαδικασίες.
Η ανταλλαγή εμπειριών στα θέματα που παρουσιάζονται στον συλλογικό αυτό τόμο φιλοδοξεί να αναδείξει τη σημασία του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού ως μέσου για την επίλυση των σύνθετων κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών ζητημάτων που προκύπτουν από την ολοένα και διευρυνόμενη επέκταση της ανθρώπινης δραστηριότητας στον θαλάσσιο χώρο, και προσδοκούμε ότι η έκδοση αυτή θα συμβάλλει θετικά στη δημιουργία μιας «νέας χωροταξικής σκέψης», ανοίγοντας παράλληλα έναν διάλογο για το μέλλον.
Σελ. 7
Η εδαφοποιημένη θάλασσα: γεωπολιτικά και χωροταξικά διακυβεύματα
Γεώργιος Πρεβελάκης
Ομότιμος Καθηγητής, Sorbonne (Paris I) University και μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ
Η εισαγωγή του όρου “εδαφοποίηση” σε σχέση με την θάλασσα υποχρεωτικά κινητοποιεί εκ παραλλήλου έννοιες από δύο φαινομενικά ανεξάρτητες ειδικότητες· την Γεωπολιτική και την Χωροταξία. Η Γεωπολιτική συνδυάζεται συνήθως με τις στρατηγικές σπουδές ή τις διεθνείς σχέσεις. Η Χωροταξία παραπέμπει, αντιθέτως, στις τεχνικές και οικονομικές επιστήμες.
Στην γαλλική ευρευνητική και πανεπιστημιακή παράδοση, πάντως, χωροταξικός σχεδιασμός (aménagement du territoire) και Γεωπολιτική συνυπάρχουν υπό την σκέπη της Γεωγραφίας. Και οι δύο ειδικότητες αφορούν την σχέση των πολιτικών συστημάτων με τον χώρο. Τα γεωγραφικά δεδομένα επηρεάζουν τους πολιτικούς συσχετισμούς. Η Γεωπολιτική μελετά την σχέση αυτή. Όμως, τα γεωγραφικά αυτά δεδομένα δεν είναι αμετακίνητα. Η παρέμβαση στον χώρο, η Χωροταξία τα διαμορφώνει συνεχώς, καθώς οι τεχνολογικές δυνατότητες επεκτείνονται.
Για να γίνει σαφής η σχέση της Χωροταξίας με την Γεωπολιτική μπορούμε να αναφερθούμε στην Γεωγραφία των Πληθυσμών. Ένας από τους στόχους της μεταπολεμικής Χωροταξίας στις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης ήταν να εξασφαλιστεί η σύμπτωση ανάμεσα στην προσφορά και την ζήτηση της εργατικής δύναμης, μέσω της αστικοποίησης. Την εποχή εκείνη, η οργάνωση της μετακίνησης των πληθυσμών από την ύπαιθρο στην πόλη ήταν από τις βασικές προτεραιότητες της Χωροταξίας και της Πολεοδομίας. Το ίδιο ζήτημα απασχόλησε και την Γεωπολιτική, ιδιαίτερα κατά την μεσοπολεμική περίοδο, όταν έπρεπε να αντιμετωπιστούν και να επιλυθούν τα προσφυγικά προβλήματα. Ο στόχος ήταν βέβαια διαφορετικός. Στην περίπτωση της Χωροταξίας, επεδιώκετο η βέλτιστη χρήση των ανθρωπίνων πόρων· στην περίπτωση της Γεωπολιτικής, στόχος ήταν η εξασφάλιση της σταθερότητας και της ειρήνης. Εντούτοις, οι τεχνικές και τα προβλήματα προς επίλυσιν ήταν παρόμοια: εξασφάλιση των υποδομών, επαρκείς κατοικίες, κοινωνικές υπηρεσίες, εκπαίδευση.
Η Χωροταξία αφορά, όμως, τον χερσαίο χώρο. Εφαρμόζεται σε σαφώς οροθετημένα τμήματα τα οποία διοικούνται από μια ορισμένη πολιτική εξουσία· δηλαδή σε εδάφη. Οι γεωγραφικές κλίμακες είναι ποικίλες. Η παραδοσιακή εθνική κλίμακα η οποία ανάγεται στις μεγάλες μεταπολεμικές πρωτοβουλίες γνωρίζει τον
Σελ. 8
ανταγωνισμό, αλλά και την συνεργασία της περιφερειακής και της τοπικής κλίμακας· έχει μάλιστα προστεθεί σε αυτές και η ευρωπαϊκή. Αντιστοίχως με τις κλίμακες αυτές υφίστανται τα τοπικά εδάφη, τα περιφερειακά εδάφη, τα εθνικά εδάφη και το, λιγότερο σαφές, ευρωπαϊκό έδαφος.
Η θάλασσα παρέμενε εκτός αυτής της λογικής. Μολονότι χωρίς Χωροταξία, ο θαλάσσιος χώρος αποτελούσε πάντοτε αντικείμενο της Γεωπολιτικής. Όμως, αντίθετα με την χερσαία Γεωπολιτική η οποία έχει ως αντικείμενο και τα εδάφη και τα δίκτυα, η θαλάσσια Γεωπολιτική αφορούσε κατά βάση τους ανταγωνισμούς των δυνάμεων για τον έλεγχο των δικτύων- δηλαδή οι θαλάσσιοι δρόμοι και οι λιμένες-κόμβοι. Βέβαια, η εκμετάλλευση και οι ανταγωνισμοί για τον έλεγχο των αλιευτικών πεδίων εισήγαγαν μια κάποια εδαφική διάσταση στην παλαιά θαλάσσια Γεωπολιτική. Ήταν όμως ζητήματα ελάσσονος σημασίας, σε σχέση με τον αποφασιστικό ρόλο τον οποίο διαδραμάτιζε στους παγκόσμιους συσχετισμούς δυνάμεων ο έλεγχος των δικτύων της θαλάσσιας κυκλοφορίας.
Κατά συνέπειαν, χωρίς θαλάσσια εδαφικότητα, δεν υφίστατο μεγάλο περιθώριο για θαλάσσια Χωροταξία.
Η κατάσταση αυτή άρχισε να αλλάζει λόγω των τεχνολογικών αλλαγών οι οποίες, ολοένα και περισσότερο, καθιστούν δυνατή την εκμετάλλευση του θαλάσσιου χώρου- και μάλιστα στις τρεις διαστάσεις του. Η αύξουσα πρόσβαση στους φυσικούς πόρους στον θαλάσσιο βυθό, καθώς και η διευρυμένη δυνατότητα για σταθερή εγκατάσταση στην θαλάσσια επιφάνεια, όπως επί παραδείγματι οι ανεμογεννήτριες, πολλαπλασιάζουν την σημασία της θάλασσας· καθώς στις παλαιές δικτυωτές λειτουργίες της προστίθενται και οι εδαφικές. Η τεχνολογία καθιστά δυνατή την “εδαφοποίηση” της θάλασσας, χωρίς βέβαια να μειώνει τον ρόλο της στην παγκόσμια κυκλοφορία. Αντιθέτως, ο ρόλος αυτός επεκτείνεται συνεχώς- ακριβώς λόγω της εδαφοποίησης. Η δυνατότητα να μεταφέρεται το φυσικό αέριο ή οι ψηφιακές πληροφορίες μέσω βυθισμένων αγωγών και καλωδίων πολλαπλασιάζει την σημασία της θάλασσας.
Η τεχνολογία και η επιστημονική έρευνα ωθούν επίσης την Ανθρωπότητα να συνειδητοποιεί τον ρόλο των θαλασσών και των ωκεανών για την επιβίωση της. Το 71% της επιφάνειας της Γης καλύπτεται από τα ύδατα. Η υπεροχή της θάλασσας έναντι της γης δεν περιορίζεται σε αυτήν την αναλογία, καθώς η θαλάσσια συμμετοχή έχει και την διάσταση του βάθους. Οι εξελίξεις στους ωκεανούς, στην επιφάνεια και στα βάθη τους διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για το κλίμα και, γενικότερα, για το περιβάλλον.
Από όποια άποψη και αν εξεταστεί, ο θαλάσσιος παράγων έχει σαφώς καταστεί σημαντικός για το μέλλον της Ανθρωπότητας.
Όμως, αντίθετα με τον χερσαίο χώρο ο οποίος υπόκειται σε διαχείριση από οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις ο θαλάσσιος χώρος λειτουργεί σε σχετική αναρχία. Προκύπτει έτσι η ανάγκη να διανεμηθεί κατά εδαφικές ενότητες, ώστε να καθο-
Σελ. 9
ριστούν υπευθυνότητες για την εκμετάλλευση των πόρων και την διαχείριση των περιβαλλοντικών και άλλων διακυβευμάτων. Η γεωπολιτική αυτή διαδικασία αποτελεί την προϋπόθεση για να διαμορφωθεί Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός. Επομένως, για να επεκταθεί η χωροταξική πρακτική από τον χερσαίο στον θαλάσσιο χώρο πρέπει να πληρωθούν δύο προϋποθέσεις. Πρέπει να πραγματοποιηθεί η τεχνική εδαφοποίηση, δηλαδή να αναπτυχθούν οι τεχνολογίες οι οποίες επιτρέπουν να αξιοποιηθούν οι φυσικοί πόροι και οι άλλες δυνατότητες του θαλάσσιου παράγοντος. Πρέπει, όμως, επίσης να επιτευχθεί και η πολιτική εδαφοποίηση η οποία καθορίζει το κυρίαρχο πολιτικό υποκείμενο που αναλαμβάνει την διαχείριση σε κάθε σημείο του θαλάσσιου χώρου ή, τουλάχιστον, σε όσα σημεία είναι τεχνικώς εδαφοποιημένα.
Η πρώτη προϋπόθεση πληρούται με σταθερούς ρυθμούς, καθώς προοδεύει η τεχνολογία. Η πλήρωση της δεύτερης προϋπόθεσης ξεκίνησε το 1945 με την δήλωση του Προέδρου Harry Truman ότι “η υφαλοκρηπίδα μπορεί να θεωρηθεί ως προέκταση του εδάφους του παράλιου κράτους”. Η συμφωνία του Montego Bay κωδικοποίησε το 1983 τις διάφορες ζώνες οι οποίες επεκτείνονται από τα παράλια ώς την ανοικτή θάλασσα, εισάγοντας διαβαθμίσεις της πολιτικής εδαφικότητας σε συνάρτηση με την απόσταση από το χερσαίο έδαφος.
Η εισαγωγή των κανόνων αυτών τεκμηριώνει νομικά την δυνατότητα για εδαφοποίηση της θάλασσας ή, έστω, ενός μεγάλου τμήματός της. Υπογραμμίζει ταυτοχρόνως την αυξανόμενη σημασία των θαλάσσιων διακυβευμάτων.
Η μακρά ιστορική διαδικασία η οποία οδήγησε στην εδαφοποίηση του χερσαίου τμήματος της Γης πλαισιώθηκε από πολέμους και συγκρούσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κομβική στιγμή στην διαδικασία αυτή ήταν οι θρησκευτικοί πόλεμοι οι οποίοι οδήγησαν στις συνθήκες της Βεστφαλίας. Με τον ίδιο τρόπο, η εδαφοποίηση της θάλασσας προοιωνίζεται συγκρούσεις.
Η πολιτική εδαφοποίηση, αντικείμενο της γεωπολιτικής ανάλυσης, προετοιμάζει το έδαφος για την θαλάσσια χωροταξία, η ανάγκη της οποίας καθίσταται φανερή από την τεχνική εδαφοποίηση. Όπως και στην περίπτωση του χερσαίου χώρου, η θαλάσσια Χωροταξία επηρεάζεται και υπηρετεί γεωπολιτικούς στόχους. Διαμορφώνει νέες γεωγραφικές συνθήκες, όχι μόνον στο υλικό αλλά και στο συμβολικό πεδίο. Οι συνθήκες αυτές ευνοούν αναπόφευκτα όχι μόνον οικονομικά, αλλά και γεωπολιτικά συμφέροντα.
Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι η νέα εποχή στην οποία μεταβαίνει η Ανθρωπότητα θα καθοριστεί πολύ περισσότερο από τα θαλάσσια διακυβεύματα. Η θαλάσσια Χωροταξία έχει βέβαια να αντιμετωπίσει σοβαρά θεωρητικά και πρακτικά προβλήματα, προκειμένου να αποκτήσει την ίδια αποτελεσματικότητα και συνοχή με την χερσαία Χωροταξία. Όμως, καλείται να συμμετάσχει σε ένα εξαιρετικά σημαντικό και περίπλοκο γίγνεσθαι.
Σελ. 10
Προς την αστικοποίηση της Μεσογείου: προκλήσεις και ευκαιρίες του ΘΧΣ για πλωτές πόλεις μεταξύ ουτοπίας και πραγματικότητας
Dalila Sicomo
Αρχιτέκτονας, υποψήφια Διδάκτωρ Πολεοδομικού και Περιφερειακού Σχεδιασμού και Διαμόρφωσης Τοπίου, Τμήμα Αρχιτεκτονικής, Πανεπιστήμιο του Παλέρμο, Ιταλία. Επισκέπτρια υποψήφια Διδάκτωρ στο Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βόλος, Ελλάδα
Περίληψη
Οι επιπτώσεις της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής μας ωθούν να επαναπροσδιορίσουμε τη ζωή του ανθρώπου στον πλανήτη που αντιμετωπίζει ακραίες συνθήκες διαβίωσης. Η ξηρασία, ο κίνδυνος βύθισης και οι πλημμύρες, η διείσδυση αλμυρών υδάτων και η έλλειψη γης οδηγούν σε πιο αφιλόξενες συνθήκες ζωής στην ξηρά. Αυτοί οι απαιτητικοί κίνδυνοι έχουν οδηγήσει τις κυβερνήσεις να μελετούν την απομάκρυνση από τις ακτές ορισμένων πόλεων που διατρέχουν σημαντικό κίνδυνο ή να σκέφτονται νέους οικισμούς για την ανθρώπινη ζωή, όπως οι πλωτές πόλεις. Οι πλωτοί υπεράκτιοι οικισμοί, που θυμίζουν τις αρχιτεκτονικές ουτοπίες του 20ού αιώνα, κερδίζουν όλο και μεγαλύτερη δημοτικότητα στη σύγχρονη συζήτηση και αποτελούν, στην πραγματικότητα, αναδυόμενες πραγματικότητες σε άλλα μέρη του πλανήτη λόγω της προηγμένης τεχνολογίας. Οι πλωτοί οικισμοί συνεπάγονται πιο αποτελεσματική αστικοποίηση του θαλάσσιου χώρου, στον οποίο η ανθρώπινη παρουσία είναι ήδη διάχυτη. Μολονότι η σύγχρονη προηγμένη τεχνολογία επιτρέπει στους ανθρώπους να ευημερούν σε ακραίες συνθήκες, αυτό δεν φαίνεται να οδηγεί σε πιο δίκαιες και βιώσιμες συνθήκες και θα μπορούσε να προκαλέσει την περιθωριοποίηση εύθραυστων κοινοτήτων· ωστόσο, από την άλλη πλευρά, η ιδέα της διαβίωσης στο νερό ασκεί γοητεία αλλά και ανησυχία για τις επιπτώσεις της στα κοινωνικά, πολιτικά, γεωπολιτικά και περιβαλλοντικά οικοσυστήματα. Δεδομένου ότι αυτό το είδος οικισμού αντιπροσωπεύει μια αναδυόμενη και κατά κάποιον τρόπο πειραματική κατάσταση, οι πλωτές πόλεις δεν λαμβάνονται (ακόμη) υπόψη από τον κλάδο του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού. Στόχος της παρούσας εισήγησης είναι να υπογραμμιστεί ο θεμελιώδης ρόλος του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού προκειμένου η περιοχή της Μεσογείου να εξετάσει εκ των προτέρων τους αναδυόμενους βιώσιμους πλωτούς αστικούς οικισμούς. Η εργασία αυτή θα μπορούσε
Σελ. 11
να προσφέρει ευκαιρίες για προβληματισμό σχετικά με τον ρόλο του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού και να επικεντρωθεί σε ορισμένα ζητήματα της μελλοντικής ανθρώπινης ζωής στον πλανήτη, τα οποία θα μπορούσαν να διερευνηθούν περαιτέρω σε μελλοντικές έρευνες.
«Οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί ένας άνθρωπος, κάποιοι άλλοι άνθρωποι μπορούν να το κάνουν πραγματικότητα».
Ιούλιος Βερν, Ο γύρος του κόσμου σε ογδόντα ημέρες (1872)
1. Αστικό μέλλον, θαλάσσιο μέλλον: οραματισμός πλωτών αστικών οικισμών στη Μεσόγειο Θάλασσα
Μήπως το μέλλον των πόλεων βρίσκεται στη θάλασσα; Θα κινηθούν οι πόλεις προς την ενδοχώρα ή προς τον θαλάσσιο χώρο; Καθώς η παγκόσμια θερμοκρασία αυξάνεται, οι παγετώνες λιώνουν και η γη γίνεται όλο και πιο σπάνια και μη παραγωγική, είναι θεμιτό να αναρωτηθούμε πού θα ζουν οι άνθρωποι στο μέλλον και πώς θα μοιάζει ο μεσογειακός χώρος. Ορισμένοι καλλιτέχνες, εικονογράφοι και γεωγράφοι δημιούργησαν διάφορους υποθετικούς χάρτες του κόσμου και της περιοχής της Μεσογείου στο μακρινό μέλλον, βασίζοντας τα οράματά τους σε διάφορες επιστημονικές εκδοχές για το κλίμα και σε ψηφιακά υψομετρικά μοντέλα, διατυπώνοντας κάποια αρκετά τολμηρά σενάρια στα οποία όλα τα στρώματα πάγου στη Γη θα έχουν λιώσει (Εικόνα 1).
Σελ. 12
Οι επιπτώσεις και οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής είναι ήδη μια απαιτητική κατάσταση που βιώνουμε συνεχώς και, ακόμη και αν τα τελευταία χρόνια ορισμένα κράτη έχουν λάβει μέτρα για τη μείωση των εκπομπών και τον μετριασμό των επιπτώσεων των ανθρωπογενών πιέσεων στην ξηρά, στη θάλασσα και στα οικοσυστήματα, υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να γίνουν. Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της Συμφωνίας του Παρισιού του 2015 και να περιοριστεί η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας εντός του ορίου του 1,5°C σε σχέση με το προβιομηχανικό επίπεδο, δεν αρκεί η υιοθέτηση μέτρων άμβλυνσης, αλλά είναι απαραίτητο να επιταχυνθούν οι δράσεις για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή (IPCC, 2022).
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού (World Metereological Organization - WMO), υπάρχει 50% πιθανότητα η μέση παγκόσμια θερμοκρασία να φθάσει τον 1,5°C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα τα επόμενα πέντε χρόνια, και η πιθανότητα αυτή μεγαλώνει με την πάροδο του χρόνου (WMO, 2022). Ο Γενικός Γραμματέας του WMO, Petteri Taalas, προειδοποίησε ότι όσο οι χώρες συνεχίζουν να εκπέμπουν αέρια του θερμοκηπίου, οι θερμοκρασίες θα συνεχίσουν να αυξάνονται και παράλληλα οι ωκεανοί θα συνε-
Σελ. 13
χίσουν να θερμαίνονται και να γίνονται πιο όξινοι, οι θαλάσσιοι πάγοι και οι παγετώνες θα συνεχίσουν να λιώνουν, η στάθμη της θάλασσας θα συνεχίσει να ανεβαίνει και ο καιρός μας θα γίνει πιο ακραίος (United Nations, 2022a).
Στο πλαίσιο αυτού του σεναρίου, η έννοια των βιώσιμων πλωτών πόλεων έχει προσελκύσει την αυξανόμενη προσοχή ανθρώπων, χωρών, μέσων ενημέρωσης και οργανισμών παγκοσμίως από τότε που συζητήθηκε στην Υψηλού Επιπέδου Στρογγυλή Τράπεζα των Ηνωμένων Εθνών το 2019 (UN-SFC, 2019). Τα Ηνωμένα Έθνη υπέγραψαν πρόσφατα μνημόνιο συμφωνίας με τη μητροπολιτική πόλη Busan της Δημοκρατίας της Νότιας Κορέας για την κατασκευή του Oceanix, «της πρώτης βιώσιμης πλωτής πόλης στον κόσμο» (United Nations, 2022b). Η πόλη αναμένεται να κατασκευαστεί έως το 2025 στον Ινδικό Ωκεανό, μια από τις πιο εκτεθειμένες περιοχές της Γης λόγω των παράκτιων πλημμυρών.
Η ιδέα της πλωτής πόλης υπάρχει εδώ και πολλούς αιώνες και απέκτησε μεγαλύτερη προβολή κατά τη δεκαετία του ’60, ενώ αναβίωσε πριν από περίπου δέκα χρόνια ως λύση για την έλλειψη διαθέσιμης γης για αστικοποίηση, για μικρές χώρες που έχουν ανάγκη από πρόσθετα κυρίαρχα εδάφη (Bolonkin, 2011) ή ως βιώσιμη απάντηση στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας (Lin et al., 2022). Τέτοιες πόλεις θα μπορούσαν να χτιστούν πρώτα κοντά στις παράκτιες περιοχές και, αν αποδειχθούν επιτυχημένες, ένα δίκτυο πλωτών πόλεων θα μπορούσε να επεκταθεί στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή (Tariq, 2020). Παρόλο που αυτή δεν είναι μια εύκολη επιλογή, μπορεί να αποτελέσει μια πιθανή λύση στο μέλλον και ως τέτοια αξίζει να διερευνηθεί και να κατανοηθεί περαιτέρω.
Ακόμη και αν οι βιώσιμες πλωτές πόλεις δεν εξετάζονται (ακόμη) στην περιοχή της Μεσογείου, είναι πιθανό —εάν αν η τρέχουσα εμπειρία του Oceanix-Busan είναι επιτυχής και άλλες ευάλωτες παράκτιες περιοχές του κόσμου τις θεωρήσουν βιώσιμη λύση— να υπάρξει πολιτική βούληση για την κατασκευή τους τα επόμενα χρόνια. Για παράδειγμα, στην περιοχή της Βόρειας Θάλασσας, με τη νέα γνώση που αποκτήθηκε και ως απάντηση στην επείγουσα ανάγκη δημιουργίας περισσότερου χώρου με πιο βιώσιμο τρόπο, η Ολλανδία θα μπορούσε να είναι ένα από τα πρώτα έθνη που θα εξετάσουν την ανάπτυξη πλωτών πόλεων στον επόμενο κύκλο αναθεώρησης του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδίου της (Flikkema et al., 2021, 5). Σε μια τέτοια περίπτωση, ο ΘΧΣ αναμένεται να αντιμετωπίσει νέες προκλήσεις σχετικά με τέτοιους τεχνητούς οικισμούς, που θα προσθέσουν πολυπλοκότητα σε ένα ήδη πολύ ανταγωνιστικό σενάριο για τις χρήσεις των θαλασσών.
Στο παρελθόν, το ανθρώπινο είδος είτε εξαναγκάστηκε, από κοινωνικές, πολιτικές ή γεωγραφικές συνθήκες, είτε προσελκύστηκε από τη γοητεία της ζωής σε ακραίους οικοτόπους (για παράδειγμα, στην επιφάνεια του νερού ή κάτω από αυτή, υπογείως ή αποικίζοντας άλλους πλανήτες), η οποία τροφοδοτήθηκε από
Σελ. 14
τη φαντασία, τα μυθιστορήματα και τις ταινίες. Σήμερα, αυτές οι μακρινές ουτοπίες μετατρέπονται σταδιακά σε πραγματικότητα χάρη στην προηγμένη τεχνολογία. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι αλλαγές και οι μετασχηματισμοί συμβαίνουν γρήγορα, ενώ οι επιστημονικοί κλάδοι του σχεδιασμού χρειάζονται χρόνο, είναι προτιμότερο να προβληματιστούμε εκ των προτέρων σχετικά με τέτοια θέματα ώστε να ενεργήσουμε πιο συνειδητά και προνοητικά στο μέλλον.
Οι πλωτοί αστικοί οικισμοί και οι μελέτες δεν είναι κάτι καινούργιο στον τομέα της αρχιτεκτονικής και της μηχανικής και απέκτησαν μεγάλη δημοτικότητα στα χρόνια της δεκαετίας του ’60 και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’70. Για παράδειγμα, το κίνημα Metabolist εκπόνησε διάφορες προτάσεις πλωτών πόλεων κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 στην Ιαπωνία για να ανταποκριθεί στις δημογραφικές αλλαγές και στην κρίση μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Έκτοτε, ο θαλάσσιος χώρος είναι παρών στη φαντασία των σύγχρονων αρχιτεκτόνων, συγγραφέων και καλλιτεχνών ως ένα ενδιαίτημα για την ανθρώπινη ζωή.
Επί αιώνες, ο θαλάσσιος χώρος αντιπροσώπευε έναν κόσμο μυστηρίου, θαυμάτων, ιερότητας, μύθου και διαφυγής, αλλά και ανταγωνισμού, σύγκρουσης, φόβου και θανάτου. Ταυτόχρονα, η θάλασσα και, συγκεκριμένα, η ανοικτή θάλασσα και τα διεθνή ύδατα ενσάρκωναν για ορισμένες ομάδες ανθρώπων ιδέες ελευθερίας, χειραφέτησης, πειραματισμού, αμφισβήτησης των πολιτικών επιπτώσεων και των προκλήσεων της τεχνολογίας (Εικόνα 2).
Σελ. 15
Στην παρούσα εισήγηση, θα διερευνήσουμε πώς οι πλωτές πόλεις –εξαιτίας επιτακτικών ζητημάτων όπως η έλλειψη γης και η παγκόσμια άνοδος της στάθμης της θάλασσας– θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα συμπληρωματικό είδος αστικών οικισμών στο εγγύς μέλλον, καταλαμβάνοντας τον θαλάσσιο χώρο, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τον ρόλο του πολεοδομικού σχεδιασμού και προσθέτοντας περαιτέρω προκλήσεις στην ήδη εξαιρετικά ανταγωνιστική χρήση των θαλασσών για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και τον καθορισμό ζωνών. Αρχικά, θα διερευνήσουμε τις τρέχουσες παγκόσμιες προκλήσεις με την ευρύτερη έννοια και τις συνδέσεις τους με την περιοχή της Μεσογείου. Στη συνέχεια, θα δώσουμε μια σύντομη επισκόπηση των ιστορικών και σύγχρονων προτάσεων σχεδιασμού πλωτών πόλεων. Κατόπιν θα επιχειρήσουμε να ορίσουμε τις πλωτές πόλεις και τα όριά τους στο πλαίσιο της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας και τις επιπτώσεις τους στον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό. Θα ακολουθήσει μια ενότητα σχετικά με τις προοπτικές και τις προκλήσεις για τον ΘΧΣ στο σχεδιασμό πλωτών πόλεων στον θαλάσσιο χώρο της Μεσογείου, η οποία επιχειρεί να συστηματοποιήσει κατηγορίες ζητημάτων που αφορούν τους τομείς της χωροταξίας, της οικονομίας, του περιβάλλοντος, της κοινωνίας και τις διακυβέρνησης. Τέλος, θα κλείσουμε με ορισμένες τελικές παρατηρήσεις, σχεδιάζοντας μια πιθανή πορεία για μελλοντική έρευνα επί του θέματος.
2. Παγκόσμιες προκλήσεις και Μεσόγειος: κλιματική κρίση, δημογραφικές αλλαγές και αστικοποίηση
Σύμφωνα με το Ευρωμεσογειακό Κέντρο για την Κλιματική Αλλαγή (CMCC), η λεκάνη της Μεσογείου χαρακτηρίζεται από μεγάλο αριθμό παραγόντων κινδύνου,
Σελ. 16
όπως η μείωση των υδάτινων πόρων, η αστάθεια του εδάφους, οι δασικές πυρκαγιές, η εκμετάλλευση εδαφών, καθώς και η ερημοποίηση και οι απώλειες στην παραγωγικότητα καλλιεργειών και οικοσυστημάτων (Spano et al., 2020). Αυτοί οι παράγοντες προστίθενται στις άλλες πιέσεις που ασκούνται από τη συνεχιζόμενη κλιματική αλλαγή, όπως ο κίνδυνος βύθισης λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας –μακροπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα– και οι πλημμύρες, η διείσδυση αλμυρών υδάτων και οι αλλαγές στα χαρακτηριστικά των βροχοπτώσεων (που μειώνουν την παραγωγικότητα των καλλιεργειών) και η αύξηση της συχνότητας και της διάρκειας των ακραίων καιρικών φαινομένων όπως οι ξηρασίες, οι καύσωνες, τα έντονα φαινόμενα υετού και οι μεσογειακοί κυκλώνες. Τα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής δρουν ως «πολλαπλασιαστές» των παραγόντων κινδύνου, με πιθανές εξαιρετικά αρνητικές συνέπειες για τους παράκτιους οικισμούς και τα αστικά εδάφη, μεταξύ άλλων, τις επόμενες δεκαετίες.
Για το θαλάσσιο περιβάλλον αναμένονται σημαντικές αλλαγές, όπως αύξηση της επιφανειακής θερμοκρασίας και άνοδος της στάθμης της θάλασσας, με αρνητικές επιπτώσεις στην παροχή των λεγόμενων «οικοσυστημικών αγαθών και υπηρεσιών» των παράκτιων περιοχών που στηρίζουν ολόκληρο το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα (Spano et al., 2020). Για την περιοχή της Μεσογείου, η οποία λόγω της ιδιαίτερης θέσης της θεωρείται ότι βρίσκεται στο επίκεντρο της κλιματικής αλλαγής, προβλέπεται πρόσθετη αύξηση της θερμοκρασίας κατά 20% σε σχέση με τον παγκόσμιο μέσο όρο, ενώ επίσης η περιοχή αυτή είναι πιο ευάλωτη στις συνέπειες της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, καθώς πρόκειται για μια ημίκλειστη λεκάνη μεταξύ του Ατλαντικού Ωκεανού και της Μαύρης Θάλασσας (Pievani, Varotto, 2021· ENEA, 2018). Η θερμοκρασία της περιοχής της Μεσογείου είναι υψηλότερη από τον μέσο όρο, ο οποίος αυξήθηκε κατά 1°C από το 1880 έως σήμερα (IPCC, 2022).
Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο ανθρώπινος πληθυσμός αυξάνεται και αναμένεται να φθάσει τα 8,5 δισεκατομμύρια το 2030 και να αυξηθεί περαιτέρω στα 9,7 δισεκατομμύρια το 2050 και στα 11,2 δισεκατομμύρια μέχρι το τέλος του αιώνα (United Nations World Population Prospect, 2019 Revision). Οι δημογραφικές μεταβολές
Σελ. 17
έχουν ως αποτέλεσμα την εκτεταμένη αστικοποίηση σε πολλές περιοχές του πλανήτη (ιδίως σε περιαστικές, προαστιακές και προηγουμένως ακατοίκητες άγριες φυσικές περιοχές), προκαλώντας έτσι, αφενός, μαζική κατανάλωση εδαφικών πόρων και πρώτων υλών και, αφετέρου, παρέχοντας νέους διαύλους στην εξάπλωση μολυσματικών ασθενειών (Connolly et al., 2021).
Η ταχεία αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού ασκεί πίεση στους πόρους της γης και ξεπερνά τα όρια του πλανήτη. Ο Kibert (2016) υπολόγισε ότι αν και τα 7,3 δισεκατομμύρια του πληθυσμού της γης κατανάλωναν με τον ίδιο ρυθμό που καταναλώνει ο μέσος Αμερικανός, θα χρειάζονταν έξι πλανήτες για να τους συντηρήσουν. Φέτος, η Ημέρα Υπέρβασης της Γης (World Overshoot Day), δηλαδή η ημερομηνία κατά την οποία η κατανάλωση πόρων της ανθρωπότητας υπερβαίνει την ικανότητα της Γης να αναγεννήσει αυτούς τους πόρους για το συγκεκριμένο έτος, ήταν η 28η Ιουλίου. Όσον αφορά τον αστικό πληθυσμό, έχει παρατηρηθεί ότι στις αρχές του 20ού αιώνα, περίπου 200 εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν σε πόλεις. Ο αριθμός αυτός αυξήθηκε απότομα κατά τη διάρκεια του τελευταίου αιώνα, φτάνοντας το 2018 στο 55% του συνολικού πληθυσμού της γης. Αναμένεται επίσης ότι μέχρι το 2050, το 68% του συνολικού πληθυσμού της γης θα ζει σε αστικές περιοχές (WUP, 2018). Αυτή η αύξηση της αστικοποίησης έχει ως αποτέλεσμα σημαντικές προκλήσεις περιβαλλοντικής και κοινωνικής βιωσιμότητας, όπως παρατηρεί ο ΟΟΣΑ (2012). Οι Bibri και Krogstie (2017) παρατήρησαν ότι η μορφή των σύγχρονων πόλεων αποτελεί πηγή περιβαλλοντικών και κοινωνικών προβλημάτων. Οι πόλεις καταναλώνουν περίπου το 70% των παγκόσμιων πόρων και, ως εκ τούτου, είναι μεγάλοι καταναλωτές ενεργειακών πόρων και συμβάλλουν σημαντικά στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου λόγω της πυκνότητας του αστικού πληθυσμού και της έντασης των σχετικών οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων, εκτός από την αναποτελεσματικότητα του δομημένου περιβάλλοντος. Σύμφωνα με την ανάλυση «The Future We Do Not want» (2018), πάνω από 800 εκατομμύρια άνθρωποι που ζουν σε παράκτιες πόλεις θα μπορούσαν να κινδυνεύσουν από παράκτιες πλημμύρες και έντονες θύελλες.
Όσον αφορά τις μετακινήσεις πληθυσμών, η έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες αναφέρει ότι στο τέλος του 2021, 89,3 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως είχαν εκτοπιστεί βίαια ως αποτέλεσμα διώξεων, συγκρούσεων, βίας, παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή γεγονότων που προκαλούσαν ανησυχία για τη δημόσια τάξη. Συχνά, οι εκτοπισμοί λόγω συγκρού-
Σελ. 18
σεων σημειώνονται σε χώρες ευάλωτες ή ιδιαίτερα ευάλωτες στην κλιματική αλλαγή (UNHCR, 2022). Οι αριθμοί αυτοί αναμένεται να αυξηθούν κατά τις επόμενες δεκαετίες, με το διεθνές Ινστιτούτο Οικονομικών και Ειρήνης (Institute of Economics and Peace), με έδρα την Αυστραλία, να προβλέπει ότι 1,2 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα μπορούσαν να εκτοπιστούν σε παγκόσμια κλίμακα έως το 2050 λόγω της κλιματικής αλλαγής και των φυσικών καταστροφών. Οι παγκόσμιες προκλήσεις και συνέπειες θα επηρεάσουν, άμεσα και έμμεσα, τη Μεσόγειο, μια ημίκλειστη λεκάνη και μια κοινή θάλασσα. Ορισμένες από αυτές τις συνέπειες μπορεί να οδηγήσουν στην εξέταση της αυξημένης αστικοποίησης της θάλασσας και για ανθρώπινη κατοίκηση, εάν τα έθνη και οι πόλεις αποδειχθούν ανίκανα να τις διαχειριστούν.
3. Σύντομη επισκόπηση των ιστορικών και σύγχρονων πλωτών πόλεων
Από τον μύθο της Ατλαντίδας του Πλάτωνα μέχρι την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας των Αζτέκων, την Τενοτστιτλάν, οι πλωτοί οικισμοί ασκούσαν πάντα μια ιδιαίτερη γοητεία, είτε ως μύθοι είτε ως μάρτυρες αρχαίων πολιτισμών. Οι πλωτές πόλεις έχουν επίσης συνδεθεί στο συλλογικό φαντασιακό με ανθεκτικές συμπεριφορές και λύσεις που επέτρεψαν στις κοινότητες να ευημερήσουν σε δύσκολες ή αφιλόξενες συνθήκες. Ένα γνωστό παράδειγμα αποτελεί η πόλη της Βενετίας, η οποία είναι χτισμένη πάνω σε περισσότερα από 118 νησιά στη λιμνοθάλασσα της Βενετίας στην Αδριατική Θάλασσα. Οι Βενετσιάνοι έποικοι βρήκαν λύσεις για να ενισχύσουν, να αποστραγγίσουν και να μεγαλώσουν σε έκταση τα νησιά, και να τοποθετήσουν χιλιάδες ξύλινους πασσάλους για να θεμελιώσουν τα κτίριά τους που υπάρχουν ακόμη και σήμερα (Ciriacono, 2006).
Αυτές οι ιστορικές πόλεις, χτισμένες πάνω σε ένα ή πολλά φυσικά νησιά και τεχνητές εκτάσεις γης, ενσάρκωναν σταθερές αξίες και ιδέες ανεξαρτησίας, αυτάρκειας και καινοτομίας. Οι ανθρώπινοι οικισμοί στον θαλάσσιο χώρο, χτισμένοι κυρίως σε πασσάλους κοντά στην ακτογραμμή, αποτελούν αρχαίες ιδέες που αναπτύχθηκαν περαιτέρω κατά τη διάρκεια των επόμενων αιώνων, ιδίως σε περιόδους κρίσης, όπως η περίοδος μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο της αύξησης του αστικού πληθυσμού και να εξετάσουν μεταπυρηνικά μελλοντικά σενάρια, μελετητές και αρχιτέκτονες με πρωτοποριακή σκέψη πρότειναν
Σελ. 19
νέες πλωτές αστικές δομές για τη διευρυνόμενη μητρόπολη. Στα πιο αξιοσημείωτων σχετικά παραδείγματα συγκαταλέγονται το Tokyo Plan του Kenzo Tange (Εικόνα 3) και η Marine City του Kiyonori Kikutake (1959). Και οι δύο αρχιτέκτονες συνδέονταν με το κίνημα Metabolist, ένα μεταπολεμικό ιαπωνικό αρχιτεκτονικό κίνημα που συνδύαζε τις ιδέες για μεγα-δομές (megastructures) με τις έννοιες της οργανικής βιολογικής ανάπτυξης. Αργότερα, το 1966, οι αρχιτέκτονες Buckminster Fuller και Shoji Sadao συνέλαβαν την ιδέα μιας αμφίβιας πόλης στην Yomiuriland της Ιαπωνίας, την «Τετραεδρική Πόλη» (“Tetrahedronal City”), μια πλωτή πόλη ικανή να φιλοξενήσει ένα τεράστιο εσωτερικό λιμάνι και ένα εκατομμύριο κατοίκους (Εικόνα 4). Το σχήμα του τετραέδρου επιλέχθηκε επειδή έχει τη μεγαλύτερη επιφάνεια με τον μικρότερο όγκο από όλα τα πολύεδρα, παρέχοντας τη μεγαλύτερη δυνατή «εξωτερική» διαβίωση (π.χ. ιδιωτικές κατοικίες σε αναβαθμίδες με κήπους). Στο όραμά τους, όλες οι μηχανικές δομές της πλωτής πόλης τοποθετούνταν χαμηλά στο κύτος της για μέγιστη σταθερότητα, ενώ οι εμπορικές εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης βρίσκονταν στο εσωτερικό της κατασκευής και οι αθλητικές εγκαταστάσεις στο πιο ψηλό κατάστρωμα (Proetzel, 1983).
Σελ. 20
Την ίδια εποχή, στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο αρχιτέκτονας Ron Herron της πρωτοπόρου ομάδας Archigram, σχεδίασε την “Walking City” (1964) στο πλαίσιο ενός φανταστικού σενάριο για τον κόσμο μετά από πυρηνική σύγκρουση. Η Walking City αποτελούνταν από ευφυή κτίρια ή ρομπότ γιγαντιαίου μεγέθους που μπορούσαν να κινούνται ελεύθερα σε όλο τον χερσαίο και θαλάσσιο χώρο, να φιλοξενούν κατοίκους και να ταξιδεύουν προς αναζήτηση πόρων. Ενώ οι τρεις πρώτες προτάσεις χωροθετούσαν την Walking City κοντά στην ακτογραμμή και προέβλεπαν θαλάσσια και χερσαία δίκτυα, η τελευταία δεν είχε οποιαδήποτε χωρική αγκύρωση και εξέφραζε μια φουτουριστική φιλοκαταναλωτική νομαδική ουτοπία.
Αν και όλες αυτές οι προτάσεις έμειναν στα χαρτιά και δεν κατασκευάστηκαν ποτέ, ωστόσο σημάδεψαν το πολιτισμικό φαντασιακό των σύγχρονων αρχιτεκτόνων και σχεδιαστών.