ΤΟ ΠΕΡΙΒAΛΛΟΝ, Η ΚΟΙΝΩΝIΑ ΚΑΙ Η ΕΤΑΙΡΙΚH ΔΙΑΚΥΒEΡΝΗΣΗ (ESG)
- Έκδοση: 2024
- Σχήμα: 17x24
- Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
- Σελίδες: 456
- ISBN: 978-618-08-0442-3
Ο παρών τόμος «Το Περιβάλλον, η Κοινωνία και η Εταιρική Διακυβέρνηση (ESG)» περιλαμβάνει συνεισφορές και παρεμβάσεις που έγιναν στο 31ο Πανελλήνιο Συνέδριο του Συνδέσμου Ελλήνων Εμπορικολόγων σχετικά με το ΕSG που πραγματοποιήθηκε στον Μυστρά στις 10, 11 & 12 Nοεμβρίου 2023.
Τα θέματα που συζητήθηκαν περιλάμβαναν:
- Βιωσιμότητα, ESGκαι δίκαιο επιχειρήσεων
- Εταιρική κοινωνική ευθύνη (ΕΚΕ) και ESG
- Οι εκθέσεις βιωσιμότητας του ΔΣ με βάση το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο
- Βιώσιμη εταιρική διακυβέρνηση
- ESG και προστασία του καταναλωτή
ΕΝΟΤΗΤΑ Ι
Γενικές Εισηγήσεις
Για μια πιο δίκαιη και βιώσιμη οικονομία –
Ο επαναπροσδιορισμός του εταιρικού συμφέροντος 3
Γεώργιος Τριανταφυλλάκης
Καθηγητής ΔΠΘ
Η επιμελής διαχείριση του φυσικού και κοινωνικού κεφαλαίου
από τις επιχειρήσεις (ESG): Νομικά και δικαιοπολιτικά ζητήματα
σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο 39
Βασίλειος Δ. Τουντόπουλος
Καθηγητής Παν/μίου Αιγαίου
ΕΝΟΤΗΤΑ ΙΙ
Ζητήματα από την Οδηγία για την εταιρική δέουσα επιμέλεια
όσον αφορά τη βιωσιμότητα 71
Χριστίνα Λιβαδά
Επίκ. Καθηγήτρια, Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
ESG και αδικοπρακτική ευθύνη της μητρικής εταιρίας 103
Αλέξανδρος Ν. Ρόκας
Επίκ. Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ, Δικηγόρος, ΔΝ, LLM (Harvard)
Oι «εκθέσεις βιωσιμότητας» του ΔΣ με βάση το νέο ενωσιακό πλαίσιο 143
Ελένη Καραμανάκου
Δικηγόρος, ΔΝ, LLM (HU Berlin)
Eταιρική κοινωνική ευθύνη (ΕΚΕ) και ESG 175
Μαρία Μενγκ-Παπαντώνη
Καθηγήτρια Ευρωπαϊκού δικαίου - Ευρωπαϊκού δικαίου των επιχειρήσεων
Υιοθέτηση αρχών ESG στην ανώνυμη εταιρία:
Αλτρουισμός με κόστος των μετόχων; 203
Ευάγγελος Γ. Πολίτης
Δικηγόρος, LLM (Duke), Διαχειριστής Εταίρος, Politis & Partners
ΕΝΟΤΗΤΑ ΙΙΙ
(Στρογγυλό τραπέζι) Πράσινες επενδύσεις:
Στήριξη περιβαλλοντικά υπεύθυνων επενδύσεων -
Ο ρόλος των τραπεζών και της χρηματοδότησης στην κλιματική αλλαγή 225
ΕΝΟΤΗΤΑ ΙV
H κανονιστική συμμόρφωση επί θεμάτων ESG –
Με ιδιαίτερη έμφαση στην κλιματική αλλαγή ως υποχρέωση
της εταιρικής διοίκησης 229
Νικόλαος Βερβεσός
Αναπλ. Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
Ο «λόγος ύπαρξης» και η «αποστολή» της εταιρίας
ως στοιχείο κοινωνικού και περιβαλλοντικού προσανατολισμού
της δραστηριότητας των γαλλικών επιχειρήσεων 253
Σπήλιος Αντ. Μούζουλας
Δικηγόρος, ΔΝ
ESG και προστασία των καταναλωτών 283
Γεώργιος Ι. Δέλλιος
Ομ. Καθηγητής ΑΠΘ
Βιώσιμη εταιρική διακυβέρνηση 307
Θεόδωρος Κουτσούμπας
Δικηγόρος, ΔΝ
ΠαρεμβΑσεις
Κλιματική αλλαγή και εταιρική διακυβέρνηση των επιχειρήσεων
στον τομέα της ενέργειας: το περιεχόμενο των Εκθέσεων Βιωσιμότητας 335
Άννα Α. Μήτσου
Δικηγόρος, ΔΝ, Μέλος ΣΕΠ ΕΑΠ
ESG και η περίπτωση της Amazon 361
Βασιλική Κ. Παπαδούλη
Δικηγόρος, ΔΝ, Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια Vrije Universiteit Brussel
Πράσινο ξέπλυμα (“Greenwashing”): Ζητήματα ευθύνης της εταιρείας 369
Γιώργος Θ. Παπαχρήστου
Δικηγόρος, ΔΝ, LLM (Tübingen)
ESG και η Οδηγία για την δέουσα επιμέλεια (CSDDD)-
Προς αναζήτηση της «χρυσής τομής» ανάμεσα στο εταιρικό καθήκον
και την «κοινωνική συνείδηση» μιας «βιώσιμης» εταιρικής διακυβέρνησης; 383
Νικόλας Ι. Πίτσος
Ronan Harty Newman Fellow UCD Dublin, Ireland, Visiting Professor
International Hellenic University, Greece
Η επίδραση της πρότασης Οδηγίας για την εταιρική δέουσα
επιμέλεια αναφορικά με τη βιωσιμότητα (CSDD) στο καθεστώς
ευθύνης των εταιρικών διοικητών 413
Δημήτρης Τέλλης
Δικηγόρος, LLM Finance, υποψ. Διδάκτορας
Ζητήματα ενεργοποίησης των θεσμικών επενδυτών και βιώσιμη ανάπτυξη 429
Xρυσούλα Η. Τσενέ
Επίκ. Καθηγήτρια Παν. Πατρών
ΠορΙσματα
Πορίσματα του 31ου Συνεδρίου Εμπορικού Δικαίου «Το περιβάλλον,
η κοινωνία και η εταιρική διακυβέρνηση (ESG) -
H εξέλιξη του εταιρικού δικαίου» Μυστράς, 10-12 Νοεμβρίου 2023 437
Ευάγγελος Περάκης
Σελ. 1
Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2023
ΕΝΟΤΗΤΑ Ι
Γενικές Εισηγήσεις
Πρόεδρος: Ιωάννης Λ. Νικολόπουλος
Πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου Σπάρτης
Σελ. 3
Για μια πιο δίκαιη και βιώσιμη οικονομία
– Ο επαναπροσδιορισμός του εταιρικού συμφέροντος*
Γεώργιος Τριανταφυλλάκης
Καθηγητής ΔΠΘ
Ι. Εισαγωγή – Αναζητώντας το Μονοπάτι της Βιωσιμότητας στην Εποχή των Πολυκρίσεων (Polycrisis)
Αν υπάρχει ένα θέμα που έχει αποκτήσει υπαρξιακά χαρακτηριστικά για όλον τον πλανήτη, είναι η λέξη βιωσιμότητα, που έχει καταστεί συνώνυμη με τη σωτηρία όλου του οικοσυστήματός μας, φυσικού και κοινωνικού.
Η ανθρωπότητα διέρχεται μια πρωτοφανή περίοδο τρομακτικών κρίσεων (Πολυκρίσεων - Polycrisis), ως απόρροια της επιδείνωσης των συνθηκών βιωσιμότητάς της, υπό την τριπλή διάστασή της: οικολογική (κλιματική αλλαγή, εξάντληση φυσικών πόρων), οικονομική (διεύρυνση ανισοτήτων στις σχέσεις Β-Ν, συρρίκνωση μεσαίας τάξης) και κοινωνική (προστασία ανθρωπίνων δικαιωμάτων).
Δεν περνά ούτε μια ημέρα χωρίς να μαστιγώνονται οι αισθήσεις μας και το συλλογικό μας υποσυνείδητο από τη λέξη κρίση. Κρίση κλιματική, ενεργειακή, οικονομική, επισιτιστική, μεταναστευτική, ανθρωπιστική κλπ., συχνά αλληλοσυνδεόμενες και ταυτόχρονες.
Ειδικά η πρώτη, η κλιματική κρίση, είναι αυτή που επηρεάζει καταλυτικά όλες τις άλλες και συνιστά τον υπ’ αριθμ. 1 κίνδυνο για την ανθρωπότητα σήμερα.
Μας τελειώνει ο χρόνος στη μάχη για την κλιματική αλλαγή.
Σελ. 4
Και στις 3 αυτές πτυχές της βιωσιμότητας, ο ρόλος των επιχειρήσεων είναι καθοριστικός.
Οι μαύροι κύκνοι των διαρκών καταστάσεων ανάγκης (ανεξέλεγκτες mega-πυρκαγιές, καταποντισμοί, τυφώνες, πλημμύρες, λοιμοί, ξεριζωμός εκατομμυρίων ανθρώπων από τις εστίες τους) έχουν γίνει η νέα μας πραγματικότητα.
Εκεί που παλιότερα, τον περασμένο ή προ-περασμένο αιώνα, η λέξη κλειδί για μεγάλο μέρος του πληθυσμού της γης, ήταν ΠΕΙΝΑΩ, σήμερα τείνει να γίνει η λέξη ΦΟΒΑΜΑΙ, τι τέξεται η επιούσα, ένα διάχυτο σύνθημα άγχους τι θα συμβεί και τι θα ζήσουμε την επόμενη στιγμή μας κατακλύζει όλους μας.
Χαρακτηριστικό το 2023, που θα καταγραφεί ως το έτος της νέας μας κανονικότητας, με τη συσσώρευση ραγδαίων φαινομένων σε μια εφιαλτική ακολουθία κλιματικών κρίσεων, που ξεσπούν έξαφνα και πλήττουν πολλές περιοχές του πλανήτη, ανάμεσα στις οποίες με ιδιαίτερη σφοδρότητα τη χώρα μας.
Η ανευθυνότητα δυστυχώς μας έχει οδηγήσει στο να ζούμε πλέον σε κοινωνίες κινδύνων, κατά την κυριολεκτική έννοια του Ulrich Beck, με εκδήλωση σε 3 επίπεδα: σε σχέση με τη διαχείριση των περιορισμένων φυσικών πόρων, σε σχέση με τη δραματική επιβάρυνση του περιβάλλοντος, κυρίως από τις εκπομπές ορυκτών καυσίμων, και σε σχέση με τη συμβίωση των ανθρώπων μεταξύ τους.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, ένα νέο restart στον τρόπο λειτουργίας του παραγωγικού μοντέλου της οικονομίας μας και του κυττάρου αυτής, που είναι η επιχείρηση.
Σελ. 5
Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο ότι η βιωσιμότητα έγινε σύνθημα, έγινε η λέξη ορόσημο, η λέξη που φιλοδοξεί να λύσει τα 2 μεγαλύτερα προβλήματα του κόσμου μας, την κλιματική κρίση και τις διευρυνόμενες ανισότητες. Τέλος, η λέξη ακόμα που συμβολίζει την ανάγκη δράσης, αλλά και την ελπίδα ότι, εν τέλει, θα καταφέρουμε να κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας έναν κόσμο, όπως τουλάχιστον τον ζήσαμε εμείς. Έναν κόσμο, όμως, πιο ασφαλή και βιώσιμο.
Ειδικώς για τη χώρα μας, προστίθεται και μια επιπλέον παράμετρος βιωσιμότητας, πρώτου μεγέθους: Το δημογραφικό μας πρόβλημα, που πέραν από την απειλή για την οικονομική ανάπτυξη, τα ασφαλιστικά ταμεία, τη γεωστρατηγική μας θέση κλπ, εγκυμονεί πλέον μείζονα υπαρξιακό κίνδυνο για το έθνος μας (μείωση κατά σχεδόν 30% του πληθυσμού στα επόμενα 50 χρόνια, μείωση του ΑΕΠ κλπ).
ΙΙ. Η βιωσιμότητα ως πανάκεια
1. Η γένεση και η εξέλιξη της έννοιας
Η λέξη βιωσιμότητα έχει τις καλύτερες προοπτικές να καταστεί η καθοδηγητική έννοια, ένα imperative κάθε πολιτικής και οικονομικής δράσης, κατά το πρώτο ήμισυ του 21ου αιώνα.
Χαρακτηριστικό το απίστευτο τσουνάμι σχετικών νομοθετικών πρωτοβουλιών της Ένωσης.
Η προέλευσή της έχει ιστορία 3 αιώνων. Πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον γερμανό δασονόμο και διαχειριστή ορυχείων Hans Carl von Carlowitz, το 1713 στο βιβλίο του Sylvicultyra Oeconomica, ο οποίος στην πραγματεία του αυτή συνιστά μέτρα για την αποκατάσταση των δασών, που είχαν υλοτομηθεί με μη βιώσιμους ρυθμούς για 10ετίες, χάριν της βιομηχανίας εξόρυξης από τα μεταλλεία της Σαξωνίας. Θεωρείται σήμερα ο πατέρας της αειφορίας των δασών και της έννοιας της βιωσιμότητας.
Έκτοτε, μετά από σχεδόν 3 αιώνες ασύλληπτης βιομηχανικής ανάπτυξης, η έννοια ανασύρθηκε γύρω στο 1970 ως σύνθημα της οικολογικής επανάστασης, η οποία εντός λίγων ετών διαδόθηκε σε όλες τις βιομηχανικές κοινωνίες: Το αίτημα ήταν η αποκατάσταση της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση, σε ένα περιβάλλον ισορροπίας, που όλο και περισσότερο επιβαρυνόταν από τη μόλυνση της βιομηχανικής κοινωνίας.
2. Οι σταθμοί στην εξέλιξη της έννοιας
Μέσα δεκαετίας ’80: Τα 2 αιτήματα (του Βορρά για προστασία του περιβάλλοντος και του Νότου για ανάπτυξη) συνενώθηκαν υπό τις λέξεις κλειδιά βιώσιμη ανάπτυξη (sustainable development).
Σελ. 6
Όμως, κάπου εκεί στις αρχές της δεκαετίας του 1990 η ιδέα της βιώσιμης ανάπτυξης έχασε το momentum της.
Οι λόγοι γι’ αυτό πολυπαραμετρικοί:
— η φάση της οικονομικής μεγέθυνσης από τη δεκαετία του 1980,
— το άνοιγμα των αγορών,
— η πλήρης επικράτηση της Σχολής του Σικάγο με τον φονταμενταλισμό των αγορών και την τυφλή πίστη στο αόρατο χέρι που θα οδηγούσε την οικονομία σε βέλτιστη κατάσταση,
— η αλλαγή του μοντέλου της corporate governance (shareholder value revolution),
— η επικράτηση του φετιχισμού της μεγιστοποίησης των κερδών και του καπιταλισμού των μετόχων,
— οι μεγάλες τεχνολογικές επαναστάσεις (τηλεπικοινωνίες, internet, πληροφορική) και η επακόλουθη των εξελίξεων αυτών
— εκτίναξη σε πρωτοφανή μεγέθη της χρηματιστικοποίησης (financialization) της οικονομίας και της χρηματοπιστωτικής επέκτασης,
Οι λόγοι αυτοί αποτέλεσαν τα καταλυτικά εκείνα γεγονότα που από τη μια μεριά ολοκλήρωσαν την παγκοσμιοποίηση με την ενσωμάτωση όλων των χωρών στην παγκόσμια οικονομία, αλλά από την άλλη αποπροσανατόλισαν, όμως, σχεδόν πλήρως, τις διεργασίες για την βιώσιμη ανάπτυξη.
Tεχνολογικός νεωτερισμός και καινοτομία έγιναν οι λέξεις κλειδιά, και η νέα πίστη ότι μέσω αυτών θα εξασφαλίζετο η οικονομική πρόοδος, οι θέσεις εργασίας, αλλά και ταυτόχρονα η οικολογική ισορροπία.
Σημειολογικά, ο όρος βιωσιμότητα κατέστη βαθμιαία συνώνυμος της ενίσχυσης της ικανότητας του οικονομικού ανταγωνισμού στην αγορά των επιχειρήσεων, αλλά και των κρατών.
Όμως, λίγα χρόνια μετά, 3 νέες ανατροπές αλλάζουν πάλι την κατάσταση, αφυπνίζουν από την ευφορία των αγορών και οδηγούν πάλι στην προσφυγή στις «μαγικές ιδιότητες» της έννοιας αυτής.
2001-2002. Το σκάσιμο της φούσκας της New Economy το 2001 με τη συντριβή κυριολεκτικά της αξίας των μετοχικών τίτλων όλων των τεχνολογικών κολοσσών στις ΗΠΑ,
η μεγάλη οικονομική κρίση του 2008-2009 και
η εκτίναξη του δημοσίου χρέους στις ανεπτυγμένες οικονομίες άνω του 120% του ΑΕΠ
Τα γεγονότα οδήγησαν:
Σελ. 7
2015. Στην περίφημη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών το 2015 στο Παρίσι, όπου η βιωσιμότητα όχι μόνον προσέλαβε την παλιά της αίγλη, αλλά διευρύνθηκε: Στους βιώσιμους αναπτυξιακούς στόχους (Sustainable Development Goals) προστέθηκε η καταπολέμηση της φτώχειας και της πείνας. Με το σύνθημα «ευημερία για όλους», «well-being for all at all ages» διαπλάστηκε μία συμπεριληπτική, αρμονική εικόνα της μελλοντικής παγκόσμιας αναπτυξιακής πολιτικής.
Με την στρατηγική αυτή της υπόσχεσης και δέσμευσης για βιώσιμη ανάπτυξη, ενώνονται όλοι, Βορράς και Νότος, Περιβάλλον και Ανάπτυξη, Ασφάλεια και Δικαιοσύνη, Καινοτομία και Οικολογία, εγκαθιδρύοντας έτσι μια διαγενεακή παγκόσμια ευθύνη.
Η ευρύτητα της έννοιας βιώσιμη ανάπτυξη (Sustainable Development) είναι τέτοια που επιτρέπει τη χρήση της ως παγκόσμιας καθοδηγητικής οδηγίας, με γενικό περιεχόμενο που ορίζεται ως ανταπόκριση στις ανάγκες του σήμερα χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα μελλοντικών γενεών για να ανταποκριθούν στις δικές τους ανάγκες.
Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο ότι η ΕΕ την κατέστησε ως το απόλυτο πρόσημό της, θέτοντας ως πρωταρχικό της στόχο την αειφόρο ανάπτυξη στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς. Η προστασία δε του περιβάλλοντος οφείλει να ενσωματώνεται σε όλες τις πολιτικές της Ένωσης.
«Η Ένωση εγκαθιδρύει εσωτερική αγορά. Εργάζεται για την αειφόρο ανάπτυξη της Ευρώπης με γνώμονα την ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη και τη σταθερότητα των τιμών, την κοινωνική οικονομία της αγοράς με υψηλό βαθμό ανταγωνιστικότητας, με στόχο την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική πρόοδο, και το υψηλό επίπεδο προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος.» (άρθ. 3 παρ. 3. ΣΕΕ)
«1. Η πολιτική της Ένωσης στον τομέα του περιβάλλοντος συμβάλλει στην επιδίωξη των ακόλουθων στόχων:— τη διατήρηση, προστασία και βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος,— την προστασία της υγείας του ανθρώπου,— τη συνετή και ορθολογική χρησιμοποίηση των φυσικών πόρων,— την προώθηση, σε διεθνές επίπεδο, μέτρων για την αντιμετώπιση των περιφερειακών ή παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων, και ιδίως την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος.
2. Η πολιτική της Ένωσης στον τομέα του περιβάλλοντος αποβλέπει σε υψηλό επίπεδο προστασίας και λαμβάνει υπόψη την ποικιλομορφία των καταστάσεων στις διάφορες περιοχές της Ένωσης. Στηρίζεται στις αρχές της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης, της επανόρθωσης των καταστροφών του περιβάλλοντος, κατά προτεραιότητα στην πηγή, καθώς και στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Στο πλαίσιο αυτό, τα μέτρα εναρμόνισης που ανταποκρίνονται σε ανάγκες προστασίας του περιβάλλοντος περιλαμβάνουν, όπου ενδείκνυται, ρήτρα διασφάλισης που εξουσιοδοτεί τα κράτη μέλη να λαμβάνουν, για μη οικονομικούς περιβαλλοντικούς
Σελ. 8
λόγους, προσωρινά μέτρα υποκείμενα σε διαδικασία ελέγχου της Ένωσης.» (Άρθρο 191 ΣΛΕΕ)
«Το υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και η βελτίωση της ποιότητάς του πρέπει να ενσωματώνονται στις πολιτικές της Ένωσης και να διασφαλίζονται σύμφωνα με την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης». (Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 37)
Η ευρύτητα της έννοιας, όμως, κρύβει κινδύνους: ενέχει τον κίνδυνο να συγκαλύπτει την ύπαρξη αντιτιθέμενων συμφερόντων, υποβάλλοντας όλους σε μια πλασματική εικόνα ότι υπάρχει ένα βιώσιμο κοινό συμφέρον και καλό. Όμως, οι εγγενείς αντιφάσεις και συγκρούσεις είναι αναμφισβήτητες και επιζητούν στάθμιση και επιλογή, η μια σε βάρος άλλης/άλλου.
Πχ η διακοπή χρήσης ορυκτών καυσίμων μπορεί να κοστίζει θέσεις εργασίας.
H αποτελεσματική προστασία περιβάλλοντος με παγκόσμιο πληθυσμό αυξανόμενο με γεωμετρική ταχύτητα είναι πολύ δυσχερής.
ΙΙΙ. Η βιωσιμότητα και το Εταιρικό Δίκαιο
1. Είναι το εταιρικό δίκαιο ο κατάλληλος θεσμός για την κλιματική μετάβαση;
Κατά την κρατούσα μέχρι σήμερα άποψη, το εταιρικό δίκαιο ως ένα πρωτίστως οργανωτικό δίκαιο, για να επιτελεί αποτελεσματικά το ρόλο του, πρέπει να μένει αποκαθαρμένο («Reinheitsgebot») από όλες τις αρνητικές εξωτερικότητες που προκαλεί η δράση της επιχείρησης. Οι εξωτερικότητες αυτές μπορούν να αποτελούν αντικείμενο κλάδων του Δημοσίου Δικαίου (περιβάλλον, ανταγωνισμός, ενέργεια, φορολογία κλπ) ή άλλων κλάδων του ιδιωτικού δικαίου (πχ εργατικό δίκαιο). Στη λογική της εξειδίκευσης αυτής ανήκε η απλοποίηση της πολυπλοκότητας της εταιρικής δράσης, η μείωση του συναλλακτικού κόστους και του κόστους πρακτόρευσης (agent costs), χάριν επικέντρωσης της διοίκησης της εταιρίας στη μεγιστοποίηση των κερδών των μετόχων.
Κανείς, δεν αποτύπωσε πιο επιγραμματικά τη θέση αυτή από τον νομπελίστα Milton Friedman με την περιβόητη ερώτηση που έθεσε για τον σκοπό της εταιρίας, δίνοντας την απάντηση: “The business of business is business”, (1970). Ο Friedman αποσαφήνισε ότι οι εταιρίες, αντίθετα προς τα φυσικά πρόσωπα, δεν έχουν κοινωνική ευθύνη - “Only people can have responsibilities”. Η μόνη κοινωνική ευθύνη τους είναι να αυξάνουν τα κέρδη τους για τους μετόχους.
Η γραμμή αυτή αποτέλεσε το απόλυτο σημείο αναφοράς της law & economics εποχής και επηρέασε καταλυτικά όχι μόνον τις ΗΠΑ.
Έφερε προς τούτο ο Friedman και χαρακτηριστικά παραδείγματα:
Σελ. 9
Διοικητές εταιρίας που, στην επιθυμία τους να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των οικολογικών προβλημάτων της περιοχής τους, πραγματοποιούν έξοδα για να μειώσουν τη μόλυνση του περιβάλλοντος, πέραν του ελάχιστου ορίου που απαιτείται από το νόμο και είναι προς το συμφέρον της εταιρίας.
Ή που αφίστανται από την ύψωση τιμών για να συμβάλλουν, κατόπιν αιτήματος της κυβέρνησης, στη μείωση του πληθωρισμού.
Και στις 2 περιπτώσεις έχουμε παραβίαση της εντολής των μετόχων.
Έτσι λοιπόν, η εισαγωγή οποιουδήποτε άλλου σκοπού ή συμφέροντος στο εταιρικό δίκαιο θα ισοδυναμούσε κατά την άποψη αυτή με ανεπίτρεπτη πολιτικοποίηση (politicization) ενός καθαρά οργανωτικού και τεχνοκρατικού νομικού εργαλείου, του οποίου έτσι θα επλήττετο η αποτελεσματικότητα.
2. Οι οικονομικές ρίζες του νέου παραδείγματος εταιρικής διακυβέρνησης
2.1. Η χρηματιστικοποίηση της οικονομίας (financialization).
Βαθμιαία από τα τέλη της 10ετίας του 1970, κυρίαρχο παράδειγμα – οδηγός επιχειρηματικής δράσης, στις ΗΠΑ αρχικώς και στη συνέχεια στον υπόλοιπο κόσμο, κατέστη η θεωρία που ταυτίζει το εταιρικό συμφέρον αποκλειστικώς με το συμφέρον των μετόχων (shareholder primacy), που έγκειται ειδικότερα στη μεγιστοποίηση της αξίας των μετοχών τους (maximization of the shareholder value = μερίσματα + αύξηση της stock price, εφεξής MSV).
Η επικράτηση αυτής της νέας (τότε) μορφής εταιρικής διακυβέρνησης σε σχέση με το προϋπάρχον managerial μοντέλο οφείλεται στη δραματική αλλαγή του οικονομικού και κοινωνικού περιβάλλοντος που συντελέστηκε τα χρόνια εκείνα. Η 10ετία του 1970 είναι περίοδος εμφάνισης δεινής οικονομικής κρίσης που έφερε τα χαρακτηριστικά του στασιμοπληθωρισμού, αύξησης τιμών, ειδικώς μετά την πετρελαϊκή κρίση του 1973, αλλά και έντονης ύφεσης. Ταυτόχρονα είναι περίοδος υποχώρησης της ανταγωνιστικότητας των αμερικανικών επιχειρήσεων λόγω και της εκπληκτικής ανόδου κυρίως των ιαπωνικών και γερμανικών. Το αποτέλεσμα ήταν η δραματική μείωση των τιμών των μετοχών, που αποδόθηκε εν μέρει στην κακή εταιρική διακυβέρνηση των αμερικανικών επιχειρήσεων (poor performance).
Κατά την ίδια περίοδο συντελέστηκε και μία άλλη τεράστια αλλαγή, πλανητικών διαστάσεων. Η κατάρρευση του συστήματος Bretton Woods (1971), λόγω των τεράστιων δίδυμων ελλειμμάτων που παρουσίαζε η οικονομία των ΗΠΑ (εμπορικό ισοζύγιο, δημοσιονομικό έλλειμμα). Το θεσμικό αυτό ρήγμα προκάλεσε απορρύθμιση και κατά συνέπεια μια παγκόσμια ανισορροπία, με μεγάλες διακυμάνσεις σε όλες τις χρηματοοικονομικές μεταβλητές (επιτόκια, συνάλλαγμα, τιμές μετοχών).
Σελ. 10
Την λύση έδωσε η καινοτομία ανάπτυξης νέων χρηματοοικονομικών προϊόντων (Money market innovations: παράγωγα, προθεσμιακά συμβόλαια κλπ), αλλά και η τεχνολογία (επανάσταση στις τηλεπικοινωνίες και την πληροφορική – Η/Υ, 3 βιομηχανική επανάσταση) που κατέστησαν δυνατή την απελευθέρωση των παγκόσμιων αγορών (high liberal order) και την χρηματιστικοποίηση (financialization), όπως είδαμε, της οικονομίας με τη δραστική μείωση του κόστους των συναλλαγών κατά 98% και την τεράστια αύξηση των διαθέσιμων προς επένδυση κεφαλαίων.
Σ’ αυτή την πανδαισία κεφαλαίων (κεφαλαιακές κινήσεις ημερησίως, 1980 = 500 δις, 2006 = 12 τρις, 24 φορές πάνω) το σημαντικότερο ρόλο χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και της οικονομίας ανέλαβαν τα Χρηματιστήρια - Κεφαλαιαγορές, επιτυγχάνοντας προσέλκυση επενδυτών, μέσω της υπόσχεσης μεγιστοποίησης των κερδών τους σε άμεσο χρονικό ορίζοντα.
Ο καπιταλισμός, από εμπορευματικός με κύριο φορέα χρηματοδότησης τις τράπεζες, μετετράπη σε χρηματιστηριακό, αρχικά στις αγγλοσαξονικές χώρες και μετά βαθμιαία στις λοιπές, με κύριο φορέα πλέον χρηματοδότησης των επιχειρήσεων τις Κεφαλαιαγορές.
2.2. Η μετάλλαξη του μετόχου ως επενδυτή
H εξέλιξη αυτή είχε μιαν εξαιρετικά βαρυσήμαντη επίδραση στα ιδιοσυγκρασιακά χαρακτηριστικά των μετόχων. Από μέτοχοι – εταίροι κατέστησαν μέτοχοι – επενδυτές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο χρόνος διακράτησης των μετοχών στις ΗΠΑ, από μέσο όρο τα 8 έτη το 1960 έπεσε στα 2,9 έτη το 1980 και σε 2 μήνες το 2000. Η ελάχιστη αυτή διακράτηση έχει καταστήσει τον αγγλοαμερικανό μέτοχο “typically the least informed, the least liable, least committed, and least contributing participant in the firm”.
Οι μέτοχοι, υπό μορφή κυρίως μεγάλων funds (επενδυτικά κεφάλαια, αμοιβαία, συνταξιοδοτικά ταμεία) καθίστανται, λοιπόν, επενδυτές κινητών αξιών και γι’ αυτό προέχει η μεγιστοποίηση της αξίας του χαρτοφυλακίου τους.
Η κερδοφορία δε από την επένδυση σε μετοχές (μερίσματα + υπεραξία) από 6,63% το 1960 ανήλθε σε 11,67% το 1980 και σε 15,54% τη δεκαετία του 1990.
Η καλή πληροφόρηση των μετόχων - επενδυτών καθίσταται conditio sine qua non για την καλή λειτουργία της κεφαλαιαγοράς και τούτο υποστηρίζεται από την υποχρέωση ανακοίνωσης οικονομικών αποτελεσμάτων ανά 3μηνο. Αν σε αυτές δεν καταγράφεται υψηλή κερδοφορία, οι μεν εταιρίες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο εχθρικών (επιθετικών) εξαγορών (στις ΗΠΑ το κύμα των hostile acquisitions τη δεκαετία τοι 1980 ήταν τεράστιο), οι δε managers τον κίνδυνο αντικατάστασής τους (μέσος χρόνος θητείας για τους Chief Executives τα 4,8 χρόνια).
Σελ. 11
2.3. Τα θεωρητικά θεμέλια του «νέου παραδείγματος». Εφαρμογή της αρχής της μεγιστοποίησης της μετοχικής αξίας ως εξειδίκευση του εταιρικού σκοπού.
Πέντε (5) κορυφαία έργα που αποτέλεσαν το πνευματικό – επιστημονικό θεμέλιο του νέου (τότε) παραδείγματος:
i. (1970) Εν αρχή ην, ο νομπελίστας (1976) Μilton Friedman, θεμελιωτής του μετοχοκεντρικού μοντέλου (shareholder primacy) – ότι η εταιρία είναι οι μέτοχοί της και κανείς δεν μπορεί να ξοδεύει τα λεφτά της για άλλους σκοπούς (απαρχή νεοφιλελεύθερης επανάστασης): ευαγγέλιο επιχειρηματικής δράσης για τις επόμενες 3 τουλάχιστον δεκαετίες.
ii. (1970) ο επίσης νομπελίστας (2013) Eugene Fama, στο έργο του “Efficient Capital Markets: A Review of Theory and Empirical Work” – όπου επισημαίνει ότι στις αποτελεσματικές αγορές οι τιμές των μετοχών ενσωματώνουν γρήγορα όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες και είναι δίκαιες.
iii. (1972) Τρίτος πυλώνας ήταν το έργο των Alchian και Demsetz, Production, Information Costs, and Economic Organization «η εταιρία δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια δέσμη συμβάσεων (a nexus of contracts) και οι μέτοχοι έχουν προβάδισμα ως residual claimants επί του καταλοίπου της εκκαθάρισης και γι’ αυτό, ως φέροντες τον κίνδυνο, πρέπει να αποφασίζουν για την εταιρία».
iv. (1976) Τέταρτος πυλώνας - το άρθρο των Jensen/Meckling, Theory of the firm, Managerial behavior, agency costs and ownership structure που όρισαν τη σχέση των μετόχων και διοικητών (managers) ως σχέση principals προς agents.
v. (1986) Το έργο του Alfred Rappaport, Creating Shareholder value: A guide for managers and investors, - Τελικός σκοπός όλων των εταιρικών αποφάσεων είναι η μεγιστοποίηση της αξίας των μετοχών (maximizing shareholder value).
Σελ. 12
The biggest idea: Shareholder Value Maximization (Economist)
2.4. «Τέλος της ιστορίας» για την Shareholder Value “ideology”?
Ενδεικτικό του όλου κλίματος αυτάρεσκης ευφορίας που προκάλεσε η πλήρης επικράτηση του μοντέλου αυτού εταιρικής διακυβέρνησης είναι η περιβόητη ρήση των Καθηγητών Hansmann (Yale) και Kraakman (Harvard) για το τέλος της ιστορίας του εταιρικού δικαίου ”The end of history of corporate Law”(2000), κατά μεταφορά από το βιβλίο του Francis Fukuyama, “The end of history and the last Man” (1992), αποδίδοντας έτσι κατά την άποψη των συγγραφέων το επίπεδο τελειότητας στο οποίο είχε φθάσει το αγγλοσαξωνικό εταιρικό πρότυπο του μονιστικού προσανατολισμού.
Η πρόβλεψη αυτή δεν επιβεβαιώθηκε. Μετ’ ου πολύ, σωρεία μεγάλων εταιρικών σκανδάλων (Enron, WorldCom, BP-Deepwater κλπ) κλόνισαν την πίστη στην απόλυτη κυριαρχία της MSV, αναδεικνύοντας τις σοβαρές της αδυναμίες, που επέτρεψαν την εμφάνιση των σκανδάλων αυτών με τις τεράστιες επιπτώσεις στη βιωσιμότητα των οικονομικών συστημάτων που επηρεάστηκαν από τη δράση της.
Το τελικό κτύπημα στο επιστημονικό κύρος της θεωρίας αυτής, που για 3 δεκαετίες σχεδόν είχε καταστεί το αδιαμφισβήτητο δόγμα εταιρικής διακυβέρνησης, το έδωσε η οικονομική κρίση του 2008 – 2009, η οποία έπληξε, παρ’ ολίγον καίρια, τη βιωσιμότητα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος και για την οποία ενοχοποιείται, σε ικανό βαθμό, η βραχυπρόθεσμη οπτική (short-termism) του μοντέλου αυτού.
Σελ. 13
2.5. Είναι συμβατή η “shareholder value primacy” με τις απαιτήσεις της βιωσιμότητας;
Μια σειρά από μελέτες (κατ’ εντολήν και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) καταδεικνύουν (με ισχυρή κριτική είναι αλήθεια) ότι πολλές εταιρίες, ιδίως εκείνες που είναι εισηγμένες σε οργανωμένες αγορές, αντιμετωπίζουν πιέσεις να επικεντρωθούν στη δημιουργία οικονομικής απόδοσης σε σύντομο χρονικό διάστημα και να αναδιανείμουν μεγάλο μέρος του εισοδήματος στους μετόχους, γεγονός που μπορεί να είναι εις βάρος των μακροπρόθεσμων συμφερόντων της εταιρίας, καθώς και της βιωσιμότητάς της.
Μετρήθηκε μάλιστα ότι μεταξύ 1992 και 2018, η αναλογία των συνολικών πληρωμών προς μετόχους –δηλαδή πληρωμές μερισμάτων και επαναγορές μετοχών– σε σχέση με τα εταιρικά καθαρά έσοδα, αυξήθηκε από 20% σε 60% στις εισηγμένες ευρωπαϊκές εταιρίες. Ταυτόχρονα, οι επιχειρηματικές επενδύσεις μειώθηκαν από 45% σε 38%.
Τις τελευταίες δε δύο δεκαετίες, αυτοί οι δείκτες φαίνεται να έχουν σταθεροποιηθεί. Ως εκ τούτου, εκτιμήθηκε ότι η MSV μπορεί να παρεμποδίσει τις επενδύσεις ζωτικής σημασίας για μετάβαση στη βιωσιμότητα, σε παραγωγικές εγκαταστάσεις, καινοτομία, αναβάθμιση και επανεκπαίδευση εργαζομένων. Μπορεί επίσης να συμβάλει στην εισοδηματική ανισότητα, καθώς ο βραχυπρόθεσμος χαρακτήρας δημιουργεί πίεση για σχετική μείωση των μισθών των μη εκτελεστικών οργάνων.
Σελ. 14
Περαιτέρω, διαπιστώθηκε ότι:
• Tο εταιρικό συμφέρον και τα καθήκοντα διευθυντών (διοικητών) ερμηνεύονται στενά, ευνοώντας τη μεγιστοποίηση της βραχυπρόθεσμης οικονομικής αξίας. Η πίεση των μετόχων παίζει καθοριστικό ρόλο, καθώς και η αμοιβή
Σελ. 15
των διευθυντών που συνδέεται με αμοιβή σε μετοχές (stock options). Αυτή η αποτυχία της αγοράς έχει διευκολυνθεί από ελλείψεις στην εταιρική νομοθεσία και τους κώδικες διακυβέρνησης, καθώς ενισχύουν τη λογοδοσία των διευθυντών μόνον έναντι των μετόχων, μη καλύπτοντας έτσι επαρκώς τα συμφέροντα άλλων ενδιαφερομένων.
• Προτάθηκε, για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα, να ενσωματωθεί αυτή στην εταιρική διακυβέρνηση με σκοπό την καλύτερη ευθυγράμμιση των μακροπρόθεσμων συμφερόντων των μετόχων και της διοίκησης.
• Κρίθηκε δε ότι, εάν αντιθέτως αφεθεί η όλη προσπάθεια στην αυτορρυθμιστική δράση της αγοράς, ο βραχυπρόθεσμος χαρακτήρας είναι απίθανο να μειωθεί. Οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι και οι επιπτώσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα στις αλυσίδες αξίας των εταιριών δεν θα γίνει δυνατό να ενσωματωθούν επαρκώς στις εταιρικές στρατηγικές.
• Στο συμπέρασμα αυτό οδηγεί και η εφαρμογή της θεωρίας των παιγνίων στο παράδειγμα του διλήμματος των φυλακισμένων που αντιμετωπίζουν οι managers των εταιριών, υπό συνθήκες αβεβαιότητας ως προς τη συμπεριφορά των ανταγωνιστών τους, στην αγορά.
• Μπορεί η long-term οπτική να είναι η καλύτερη option, αλλά οι διοικήσεις των εταιριών θα οδηγηθούν σε βραχυπρόθεσμη συμπεριφορά (myopic behavior), στην περίπτωση που η αγορά είναι έτσι δομημένη ώστε να αναμένεται απ’ αυτούς ορθολογικά η συμπεριφορά αυτή (rational irrationality). Ορθολογική συμπεριφορά μεν υπό την ατομοκεντρική οπτική τους (In a self-interested sense), ανορθολογική όμως για το σύστημα ως όλον και κατ’ αυτόν τον τρόπο και για τις ίδιες τις εταιρίες μακροπρόθεσμα.
• Έτσι, λοιπόν, σε μία αγορά με 2 επιχειρήσεις, αν μία επιχείρηση επιδιώκει βραχυπρόθεσμους στόχους μεγιστοποίησης των κερδών της, ενώ η άλλη όχι, η τελευταία θα υποστεί ζημίες και κινδυνεύει να τεθεί εκτός αγοράς. Αν, όμως, και οι 2 ακολουθούν βραχυπρόθεσμη στόχευση, θα διατηρήσουν τα μερίδιά τους. Αυτή εν τέλει καθίσταται η κυρίαρχη στρατηγική.
3. Αναζήτηση εναλλακτικών μορφών εταιρικής διακυβέρνησης
3.1. Η σημασία του εταιρικού δικαίου για τη βιωσιμότητα
Οι μελέτες αλλά και η γενική εμπειρία μας δεν μας αφήνει καμία αμφιβολία ότι η δράση των εταιριών σε όλους τους τομείς της οικονομίας έχει καθοριστική σημασία για την επιτυχή μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη και πράσινη οικονομία. Οι επιχειρήσεις δεν είναι μόνον η κύρια πηγή προστιθέμενης αξίας (75% ΑΕΠ στις ΗΠΑ) και εφοδιασμού της κοινωνίας με αγαθά και, επομένως, ο βασικός παί-
Σελ. 16
κτης στο οικονομικό παιγνίδι, αλλά και ταυτόχρονα ο βασικός ύποπτος και ένοχος πρόκλησης της κλιματικής αλλαγής.
Εξάλλου το δίκαιο των ΑΕ δεν είναι ένα κοινό δίκαιο: Συνιστά τον πυρήνα του εμπορικού δικαίου, μια και αφορά στην οργάνωση και λειτουργία του τελειότερου μέχρι σήμερα σχήματος επιχειρηματικής δράσης. Στο θεσμό της ΑΕ με τα ειδικά χαρακτηριστικά του (ιεραρχική δομή, περιορισμός ευθύνης, προγραμματισμός, ποσοτικοποίηση αποτελεσμάτων μέσω των οικονομικών καταστάσεων κλπ) βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό η ανάπτυξη του κεφαλαιοκρατικού συστήματος (συσσώρευση κεφαλαίων).
Είναι, επομένως προφανές το ενδιαφέρον των Νομοθετών να ενσωματώσουν τη βιωσιμότητα στα συστήματα εταιρικής διακυβέρνησης και λήψης επενδυτικών αποφάσεων, προκειμένου να μετριασθούν οι δυσμενείς επιπτώσεις και κίνδυνοι στο εν γένει οικονομικό σύστημα.
Μήπως όμως συνιστά αυτό ανεπίτρεπτη «πολιτικοποίηση» του εταιρικού δικαίου? Μα, «πολιτικοποίηση» υφίσταται ούτως ή άλλως! Συνιστά άρνηση της πραγματικότητας να ισχυρίζεται κανείς το αντίθετο. Απλώς είναι θέμα προτεραιοτήτων και επιλογών.
Άλλωστε, η ιστορία του εταιρικού δικαίου είναι η ιστορία των μεταβολών του, λόγω των κρατουσών εκάστοτε οικονομικοπολιτικών παραστάσεων. Κανένας άλλος κλάδος δικαίου δεν είναι τόσο επηρεασμένος από τις οικονομικές συνθήκες της εποχής του.
3.2. Η εξελικτική πορεία προς διεύρυνση της έννοιας του εταιρικού συμφέροντος
3.2.1 Enlightened shareholder value (Companies Act 2006)
Το 2006 το ΗΒ με την Companies Act εισάγει μία μετριοπαθή – πεφωτισμένη εκδοχή της, την Enlightened SV, που κατακτά άμεσα ευρύτερο κοινό υποστήριξης, μια και φιλοδοξεί να αποτελέσει μια ενδιάμεση μορφή ανάμεσα στη shareholder Value Primacy και στη Stakeholder θεώρηση. Στο μοντέλο αυτό η οπτική της μεγιστοποίησης της αξίας της μετοχής παύει να είναι βραχυπρόθεσμη και γίνεται μακροπρόθεσμη, λαμβάνονται δε υπόψη τα συμφέρονται των stakeholders, τα οποία όμως παρέμειναν υποδεέστερα σε σχέση με αυτά των μετόχων.
3.2.2. Stakeholder approach
3.2.2.1 To 2009 ο γερμανικός Κώδικας εταιρικής διακυβέρνησης τροποποιείται και ορίζει ότι το ΔΣ διευθύνει την εταιρία προς το σκοπό βιώσιμης παραγωγής αξίας λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα των μετόχων, των εργαζομένων και των λοιπών με την επιχείρηση συνδεόμενων ομάδων (stakeholders). Προηγήθηκε βέβαια η BGH zr 156/73 “Interessenpluralität” στην AG, BGH v 13.10.1977 και 31.12.2005.
Σελ. 17
3.2.2.2. Επίσης το 2009 (1.8.2009) στο άρθρο § 70 του αυστριακού Νόμου της ΑΕ τροποποιεί και ορίζει ότι το ΔΣ διευθύνει την εταιρία προς το συμφέρον της επιχείρησης, λαμβανομένων υπόψη των συμφερόντων των μετόχων, των εργαζομένων, όπως απαιτεί το δημόσιο συμφέρον.
3.2.2.3. Στις 22.5.2019 το νέο άρθρο 1833 § 2 του γαλλικού Code Civil επιβάλλει τη διοίκηση της εταιρίας να λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές επιπτώσεις της δράσης της και τις συνέπειες για το περιβάλλον.
3.2.2.4. 2020: Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με την από 17.12.2020 ιστορική απόφασή του, έδωσε εντολή στην Επιτροπή να συντάξει σχετική Οδηγία. Το νομικό καθήκον των εκτελεστικών διευθυντών να ενεργούν προς το συμφέρον της εταιρίας τους θα πρέπει να νοείται ως καθήκον ενσωμάτωσης μακροπρόθεσμων συμφερόντων και κινδύνων βιωσιμότητας, πράγμα που συνεπάγεται ιεράρχηση και στροφή από μη βιώσιμες σε βιώσιμες επενδύσεις (όχι απλώς nudging effect της CSRD).
3.3. Αλλαγή παραδείγματος: η πρόταση Οδηγίας για την εταιρική δέουσα επιμέλεια όσον αφορά στη βιωσιμότητα (CSDDD)
3.3.1. Υποχρέωση due diligence
Το 2022 η Επιτροπή έρχεται πλέον να ουσιαστικοποιήσει την υποχρέωση βιωσιμότητας, επεμβαίνοντας σ’ αυτό το «ιερό και όσιο» της επιχειρηματικής δράσης, την εταιρική διακυβέρνηση, επιβάλλοντας ουσιαστικά εταιρικό καθήκον επίδειξης δέουσας επιμέλειας για τον προσδιορισμό, πρόληψη, μετριασμό και λογοδοσία σε σχέση με τις εξωτερικές επιπτώσεις που προκαλούνται στα ανθρώπινα δικαιώματα και το περιβάλλον (CSDDD).
Σελ. 18
Με την Οδηγία αυτή αναγνωρίζεται η καίρια σημασία των εταιριών για τη βιωσιμότητα, «επιστρατεύεται» δε και ο ιδιωτικός τομέας (επιχειρήσεις και όμιλοι) για την επίτευξη των δημοσίων σκοπών της μετάβασης στη βιωσιμότητα και της προστασίας, με τη θέσπιση νομικά δεσμευτικών προτύπων εταιρικής συμπεριφοράς (corporate due diligence) που να προσανατολίζεται προς τους δεσμευτικούς κανόνες του ΔΔΔ και τις κατευθυντήριες γραμμές ΟΗΕ και ΟΟΣΑ για την υπεύθυνη επιχειρηματική συμπεριφορά.
Έτσι λοιπόν, καθιερώνεται αστική ευθύνη (παράλληλα προς τη δημοσίου δικαίου ευθύνη) σε οριζόντιο επίπεδο των εταιριών έναντι τρίτων (φυσικών και νομικών προσώπων) που υφίστανται τις δυνητικές ή πραγματικές δυσμενείς επιπτώσεις της δραστηριότητας των εταιριών (ή των θυγατρικών τους και των επιχειρηματικών τους εταίρων στις αλυσίδες αξίας των εταιριών). Η θεμελίωση του παρανόμου γίνεται με παραπομπή στα διεθνή κείμενα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του περιβάλλοντος (private enforcement) αλλά και στο καθήκον πρόνοιας των εταιριών έναντι τρίτων για μείωση εκπομπών κλπ.
Η σε οριζόντιο επίπεδο αστική ευθύνη των εταιριών έναντι των θιγομένων τρίτων, οδηγεί περαιτέρω σε ευθύνη των μελών του ΔΣ των εταιριών για παράβαση των υποχρεώσεων επιμέλειας (γενικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας άρθρα 71, 914, 922 ΑΚ).
3.3.2. Η υποδοχή του ESG από την κοινωνία και τις επιχειρήσεις: Ποια η επίδραση του ESG;
Είναι:
• Τα 3 γράμματα που θα αλλάξουν τον κόσμο;
• The game changer;
• A broken idea ή corporate paralysis; (Economist)
• Α conspiracy of the left against free enterprise/market;
• Το νέο αντιλαϊκό πρότυπο πράσινης ανάπτυξης που εξαπατά το λαό και στοχεύει στη δημιουργία νέων πηγών κερδοφορίας για τα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια; (Ριζοσπάστης)
• Και μόνον η σημασιολογική φόρτιση και οι αντιδράσεις που σωρεύονται από το αρκτικόλεξο αυτό, από την σωτηριολογική μέχρι την αφοριστική του διάσταση, του προσδίδουν έναν σχεδόν μαγικό χαρακτήρα.
3.3.3. Το περιεχόμενο της CSDDD επιγραμματικά
Η ευθύνη του ΔΣ (άρθρα 25 και 26)
Σελ. 19
Το κείμενο του Σχεδίου της Οδηγίας πρόβλεπε καθήκον δέουσας επιμέλειας (due diligence) των διοικητών των εταιριών. Ειδικότερα ορίζεται:
Άρθρo 25
Καθήκον μέριμνας των διευθυντών
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διευθυντές των εταιρειών, κατά την εκπλήρωση του καθήκοντός τους ενεργούν προς το βέλτιστο συμφέρον της εταιρείας, λαμβάνουν υπόψη τις συνέπειες των αποφάσεών τους για τα θέματα βιωσιμότητας, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των συνεπειών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την κλιματική αλλαγή και το περιβάλλον, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μεσοπρόθεσμα.
2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές δια- τάξεις τους που αφορούν την παράβαση των καθηκόντων των διευθυντών εφαρμόζονται και στις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Άρθρo 26
Θέσπιση και εποπτεία της δέουσας επιμέλειας
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διευθυντές των εταιρειών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 είναι υπεύθυνοι για τη θέσπιση και την εποπτεία των μέτρων δέουσας επιμέλειας που αναφέρονται στο άρθρο 4 και, ιδίως, της πολιτικής δέουσας επιμέλειας που αναφέρεται στο άρθρο 5, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις σχετικές εισηγήσεις ενδιαφερομένων και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. Οι διευθυντές λογοδοτούν σχετικά στο διοικητικό συμβούλιο.
2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διευθυντές λαμβάνουν μέτρα για την προσαρ- μογή της εταιρικής στρατηγικής ούτως ώστε να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές και δυνητικές δυσμενείς επιπτώσεις που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6 και τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με τα άρθρα 7 έως 9.
Η διελκυστίνδα μεταξύ Επιτροπής, Συμβουλίου και Κοινοβουλίου
Γύρω από τα δύο αυτά άρθρα διεξήχθη μεγάλη μάχη: Σύνδεσμοι και ενώσεις επιχειρήσεων ζήτησαν τη διαγραφή τους, στο χορό δε μπήκαν και μερικά κράτη μέλη, με την επίκληση του ότι η θεσμοθέτηση στην Οδηγία καθήκοντος μέριμνας των διοικητών συνιστούσε ανάρμοστη παρέμβαση στις σχετικές εθνικές διατάξεις και ότι μπορούσε να υπονομεύσει αφενός μεν το καθήκον των διοικητών να ενεργούν προς το βέλτιστο συμφέρον της εταιρίας, αφετέρου δε να πλήξει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.
Από την άλλη πλευρά, προβλήθηκε η άποψη ότι ενδεχόμενη διαγραφή των 2 αυτών διατάξεων, που συνιστούν καίριο τμήμα της CSDD, θα συνιστούσε ήττα σε σχέση
Σελ. 20
με όλη την πορεία ουσιαστικοποίησης (Materialisierung) των καθηκόντων των εταιρικών διοικητών έναντι του διευρυμένου πλέον με τα ζητήματα της βιωσιμότητας εταιρικού συμφέροντος.
Η κατάληξη της διαμάχης αυτής είναι ενδεικτική της δυναμικής των συγκρουόμενων συμφερόντων. Τα 2 διεγράφησαν το Δεκέμβριο του 2022 από το Συμβούλιο, το Κοινοβούλιο όμως με την από 01.06.2023 απόφασή του (366 υπέρ έναντι 225 κατά και 38 αποχή) διατήρησε αρχικώς το άρθρο 25, για να διαγραφεί όμως κι αυτό στη συνέχεια από το Συμβούλιο.
Παρόλα αυτά, με τη θέση σε ισχύ της CSDDD, έστω και υπό περικεκομμένη μορφή, θα διευρυνθεί ή θα περιορισθεί (αναλόγως από την οπτική) το εύρος ελεύθερης επιχειρηματικής κρίσης των εταιριών που υπάγονται σ’ αυτήν, δεδομένου ότι πλέον υποχρεωτικώς θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ESG στόχοι κατά τη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων και τη λήψη επιχειρηματικής απόφασης (αειφόρες επενδύσεις κλπ). Η υποχρέωση όμως αυτή φέρει τα χαρακτηριστικά προσπάθειας (Bemühenspflicht) και όχι της επίτευξης συγκεκριμένου αποτελέσματος (Erfolgspflicht, έργου).
Εξάλλου, με τη συμβιβαστική συμφωνία των 3 θεσμών της Ένωσης για την ενσωμάτωση της δέουσας επιμέλειας στις πολιτικές, στρατηγικές και στα συστήματα διαχείρισης κινδύνων (άρθρα 4§1α, 4α και 5 Πρότασης Οδηγίας και άρθρα 5§1α, 6§2γ και 7 Οδηγίας CSDD) των εταιριών και μάλιστα σε μακροπρόθεσμη βάση, «επανέφερε» από την πίσω πόρτα, δια των εσωτερικών υπηρεσιών των εταιριών (Risk, Compliance, Audit, Legal κλπ), την ευθύνη (εποπτική) των μελών του ΔΣ. Έτσι, λοιπόν, σε περίπτωση παραβίασης των απαιτήσεων της Οδηγίας σχετικά με την πρόληψη ή τον τερματισμό πρακτικών με δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον και τα ανθρώπινα δικαιώματα (άρθρα 7 κα 8 Πρότασης Οδηγίας και άρθρα 10 και 11 Οδηγίας CSDD) θα ετίθετο ζήτημα πλημμελούς εποπτείας και άρα μη τήρησης της δέουσας επιμέλειας, τουλάχιστον για τα μέλη εκείνα του ΔΣ που είναι επιφορτισμένα με την ευθύνη παρακολούθησης των συγκεκριμένων υπηρεσιών των εταιριών.
3.3.4. Οι επόμενες ESG διαστάσεις.Οι δικαστικές προσφυγές για το περιβάλλον (public και private enforcement)
• BVerfG της 29.4.2021:
— Υποχρέωση της πολιτείας να λάβει νομοθετικά μέτρα
— Ανάγεται η προστασία του περιβάλλοντος σε ατομικό δικαίωμα ελευθερίας της νέας γενιάς για το μέλλον
• Rechtbank Den Haag, 26.5.2021:
Σελ. 21
— Διαπλάθεται καθήκον πρόνοιας των εταιριών έναντι τρίτων για μείωση εκπομπών ή παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων.
— Ο άγραφος κανόνας δέουσας επιμέλειας επιβάλει στη SHELL, σύμφωνα με κατευθυντήριες Αρχές ΟΗΕ, να λάβει μέτρα μείωσης εκπομπών.
Οι οριζόντιες δικαστικές προσφυγές κατά εταιριών (πχ VW, Mercedes κλπ) για μη λήψη μέτρων προστασίας του κλίματος και μείωσης εκπομπών έχουν γίνει πλέον μέρος της νέας νομικής πραγματικότητας, οι δε εταιρίες, προκειμένου να αντιμετωπίσουν αξιώσεις από αγωγές για το κλίμα καθώς και τη σχετική ζημία στη φήμη τους, οφείλουν πλέον να αλλάξουν το μοντέλο διοίκησής τους, εισάγοντας ένα νέο πρότυπο βιώσιμης εταιρικής διακυβέρνησης. Άλλωστε στα πολυτιμότερα στοιχεία της επιχείρησης ανήκουν η φήμη και η εμπιστοσύνη του κοινού.
Στη χώρα μας ρητά ορίζεται στο άρθρο 24 Σ ότι το περιβαντολλογικό αγαθό (δικαίωμα στο περιβάλλον) αποτελεί υποχρέωση του κράτους και δικαίωμα του καθενός, κατοχυρώνεται δηλαδή υπέρ παντός ως ατομικό δικαίωμα να προστατεύσει την ανθρώπινη ζωή, την υγεία, την αξιοπρέπεια και την ποιότητα ζωής. Ως φορείς του δε συλλήβδην θεωρούνται αδιακρίτως και οι μέλλουσες γενεές.
Από το δικαίωμα αυτό δεσμεύονται ως αποδέκτες το κράτος και οι φορείς του, αλλά και εμμέσως οι ιδιωτικές επιχειρήσεις. Σύμφωνα δε με την αρχή της τριτενέργειας (25 παρ. 1 Σ) τα θεμελιώδη δικαιώματα «ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών, στις οποίες προσιδιάζουν».
Με δεδομένη αυτήν την συνταγματική εντολή τα πολιτικά δικαστήρια υποχρεώνονται πλέον να προσδώσουν οικολογική διάσταση σε οριζόντιες (ιδιωτικού δικαίου) διαφορές. Η συνταγματική προστασία του περιβάλλοντος και η ανάδειξη σχετικού ατομικού δικαιώματος κάθε φυσικού προσώπου μπορούν να τριτενεργήσουν (έμμεση τριτενέργεια) μέσω της χρησιμοποίησής τους για την πλήρωση και ερμηνεία γενικών ρητρών και διατάξεων του ιδιωτικού δικαίου (προστασία προσωπικότητας 57 ΑΚ, γειτονικό δίκαιο, διατάξεις εταιρικού δικαίου για ευθύνη μελών ΔΣ, δίκαιο αδικοπραξιών κλπ).
3.3.5. Green Finance: Trend or must be? Ο ρόλος των Τραπεζών στη βιωσιμότητα
Αξιολόγηση του περιβαντολλογικού και κοινωνικού αποτυπώματος της επιχείρησης πριν τη δανειοδότηση:
— Έλεγχος ποιότητας εταιρικής διακυβέρνησης
— Μέτρηση της βιωσιμότητας μιας επιχείρησης με ειδικούς δείκτες και κριτήρια ESG
— Επιτοκιακή κινητροδότηση ανάλογα με performance σε βιωσιμότητα