ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ

Οργάνωση και λειτουργία

Συνδυάστε Βιβλίο (έντυπο) + e-book και κερδίστε 13.5€
Δωρεάν μεταφορικά σε όλη την Ελλάδα για αγορές άνω των 30€
credit-card

Πληρώστε σε έως άτοκες δόσεις των /μήνα με πιστωτική κάρτα.

Σε απόθεμα

Τιμή: 31,50 €

* Απαιτούμενα πεδία

Κωδικός Προϊόντος: 17595
Αλεξοπούλου Μ., Βαγιωνάκης Ν., Κατσούλης Δ., Ξηρός Θ., Παπανικολάου Κ., Παυλίδου Ε., Πικραμένος Μ.
Πικραμένος Μ.
  • Έκδοση: 2020
  • Σχήμα: 17x24
  • Βιβλιοδεσία: Εύκαμπτη
  • Σελίδες: 320
  • ISBN: 978-960-654-030-1
  • Black friday εκδόσεις: 10%
Το συλλογικό έργο «Τοπική αυτοδιοίκηση – Οργάνωση και Λειτουργία» αποτελείται από επτά μελέτες που προσεγγίζουν με συστηματικότητα και κριτική σκέψη σημαντικά νομικά ζητήματα της τοπικής αυτοδιοίκησης. Ειδικότερα, οι θεματικές ενότητες του παρόντος βιβλίου αφορούν: α) τα συνταγματικά όρια που τίθενται στο νομοθέτη για την οργάνωση των ΟΤΑ β) την αντιπροσώπευση, το εκλογικό σύστημα και την “κυβερνησιμότητα”, σε σχέση με την ανάδειξη των λειτουργών της τοπικής αυτοδιοίκησης γ) την καταστατική θέση των αιρετών, δ) την πειθαρχική και αστική ευθύνη των αιρετών, ε) τον κρατικό έλεγχο των πράξεων των ΟΤΑ και τη δικαστική προστασία, στ) τις θεμελιώδεις αρχές σύνταξης των οργανισμών των δήμων και των περιφερειών και ζ) τη θέση των ΟΤΑ στους τομείς της χωροταξίας και της πολεοδομίας. Η πρωτοβουλία για την έκδοση ενός βιβλίου με αντικείμενο την τοπική αυτοδιοίκηση, οφείλεται στην ανάγκη ο ερευνητής, ο νομικός της θεωρίας και της πράξης, ο αιρετός, ο υπάλληλος των ΟΤΑ, αλλά και ο πολίτης που ενδιαφέρεται για τα κοινά, να ενημερωθούν και ταυτόχρονα να προβληματισθούν για σύγχρονα ζητήματα τα οποία άπτονται κρίσιμων πτυχών οργάνωσης και λειτουργίας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που αποτελούν ένα από τα θεμέλια του διοικητικού συστήματος της χώρας. Το έργο επιδιώκει όχι μόνο να συμβάλλει στην εξέλιξη της επιστημονικής συζήτησης στο πεδίο του δημοσίου δικαίου που καλύπτει τη διοικητική οργάνωση του κράτους και ειδικότερα την τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά να αποτελέσει παράλληλα πολύτιμο βοήθημα για τον εφαρμοστή του δικαίου ο οποίος καλείται να επιλύσει καθημερινά προβλήματα λειτουργίας της διοίκησης.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Σελ. VII
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η οργάνωση των ΟΤΑ. Τα όρια του Συντάγματος και ο νομοθέτης Σελ. 3
Μαρία Αθ. Αλεξοπούλου
Δ.Ν., Πρωτοδίκης Δ.Δ.
Ι. Συνταγματική κατοχύρωση και νομοθετική εξέλιξη των ΟΤΑ από το 1975 έως σήμερα
Α. Συνταγματική κατοχύρωση Σελ. 4
1. Το Σύνταγμα του 1975 Σελ. 4
i. Άρθρο 102 Σελ. 4
ii. Άρθρο 101 παρ. 1 και 2 Σελ. 9
2. Η αναθεώρηση του 2001 Σελ. 9
i. Άρθρο 102 Σελ. 9
ii. Ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 101. Σελ. 12
3. Η αναθεώρηση του 2008 Σελ. 12
Β. Νομική φύση της συνταγματικής κατοχύρωσης Σελ. 12
Γ. Ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας Σελ. 15
Δ. Νομοθετικές μεταρρυθμίσεις Σελ. 16
1. Μετά τη θέση σε ισχύ του Συντάγματος του 1975 Σελ. 16
2. Μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001 Σελ. 18
ΙΙ. Τα συνταγματικά κριτήρια για την οργάνωση των ΟΤΑ
Α. Το κατά το Σύνταγμα αρμόδιο όργανο για την οργάνωση των ΟΤΑ Σελ. 21
Β. Τα συνταγματικά κριτήρια Σελ. 22
1. Άρθρο 101 παρ. 2 του Συντάγματος Σελ. 22
i. «Γεωοικονομικές» συνθήκες Σελ. 23
ii. «Κοινωνικές» συνθήκες Σελ. 27
iii. «Συγκοινωνιακές» συνθήκες Σελ. 30
2. Άρθρο 101 παρ. 4 του Συντάγματος Σελ. 32
3. Τα λοιπά κριτήρια Σελ. 33
Γ. Τα κριτήρια του άρθρου 102 παρ. 5 του Συντάγματος Σελ. 35
ΙΙΙ. Διοίκηση τοπικών υποθέσεων
Α. «Τοπικές» υποθέσεις Σελ. 39
Β. «Κρατικές» υποθέσεις Σελ. 46
ΙV. Προϋποθέσεις μεταβολής του ισχύοντος συστήματος οργάνωσης
Α. Συνολική μεταβολή: τα συνταγματικά όρια Σελ. 46
Β. Μερική μεταβολή: διάσπαση μεγάλων Δήμων Σελ. 50
V. Η εκτίμηση από το νομοθέτη των νέων συνθηκών
A. Αναδιάρθρωση λόγω νέων συνθηκών Σελ. 53
B. Χρόνος συντέλεσης της μεταβολής – προεκλογική περίοδος Σελ. 54
VI. Δικαστικός έλεγχος
Α. Έλεγχος συνταγματικότητας Σελ. 57
1. Τυπικού νόμου Σελ. 57
2. Ουσιαστικού νόμου Σελ. 59
Β. Αναρμοδιότητα διοικητικού οργάνου - παράβαση νόμου Σελ. 61
VII. Σύνοψη - Κριτική αποτίμηση Σελ. 62
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ανάδειξη των λειτουργών της τοπικής αυτοδιοίκησης. Αντιπροσώπευση, εκλογικό σύστημα, «κυβερνησιμότητα» Σελ. 69
Θανάσης Γ. Ξηρός
Δ.Ν., Δικηγόρος, Διδάσκων Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου
Ι. Εισαγωγικές σκέψεις Σελ. 70
ΙΙ. Οι συνταγματικοί καθορισμοί Σελ. 70
ΙΙΙ. Η υπεραντιπροσώπευση του επιτυχόντος συνδυασμού: Η εξασφάλιση της απόλυτης πλειοψηφίας των εγκύρων ψηφοδελτίων Σελ. 77
IV. Η υπεραντιπροσώπευση του επιτυχόντος συνδυασμού: Το μειωμένο κατώφλι της εκλογικής προτίμησης Σελ. 79
V. Η γνήσια αντιπροσώπευση: Το αναλογικό εκλογικό σύστημα Σελ. 84
VI. Η «κυβερνησιμότητα»: Η ex post ενδυνάμωση του νικητή των εκλογών Σελ. 92
VIΙ. Η ex post «κυβερνησιμότητα» και το Σύνταγμα Σελ. 100
VIΙΙ. Συμπεράσματα Σελ. 109
ΙΧ. Επίμετρο Σελ. 111

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η καταστατική θέση των αιρετών της τοπικής αυτοδιοίκησης Σελ. 115
Δημήτρης Ι. Κατσούλης
Δικηγόρος, τ. Δήμαρχος Αυλώνος Ευβοίας
Ι. Εισαγωγικές σκέψεις Σελ. 116
ΙΙ. Οι βασικές παράμετροι που διέπουν την καταστατική θέση των αιρετών
Α. Οι αιρετοί ως φορείς πολιτικής εντολής Σελ. 118
Β. Οι αιρετοί ως «επαγγελματίες της πολιτικής» Σελ. 118
Γ. Οι αιρετοί πρέπει να ασκούν χωρίς περιορισμούς και «βάρη» την αποστολή τους Σελ. 119
Δ. Διαρκής βελτίωση των ηγετικών δεξιοτήτων - πρόσβαση στην εξειδικευμένη γνώση Σελ. 119
Ε. Νομική ευθύνη των αιρετών. Αρχές της χρηστής διακυβέρνησης, της λογοδοσίας και της κατοχύρωσης του δημοκρατικού κύρους των αιρετών Σελ. 120
ΙΙΙ. Κωλύματα και ασυμβίβαστα
Α. Το επαγγελματικό ασυμβίβαστο Σελ. 120
Β. Κωλύματα εκλογιμότητας Σελ. 123
Γ. Ασυμβίβαστα Σελ. 125
IV. Το θεσμικό πλαίσιο της διάθεσης χρόνου, της αντιμισθίας και της ασφάλισης των αιρετών
Α. Οι αμοιβές των αιρετών Σελ. 126
1. Ιστορική αναδρομή στην οικονομική παράμετρο της καταστατικής
θέσης των αιρετών στο «ελληνικό δημοτικό δίκαιο» Σελ. 126
2. Η αντιμισθία Σελ. 128
i. Ο Ν 3852/2010 σταθμός για την εισαγωγή του δικαιώματος της αντιμισθίας των αιρετών Σελ. 128
ii. Οι επακόλουθες μεταβολές του δικαιώματος της αντιμισθίας Σελ. 130
iii. Το ισχύον νομικό πλαίσιο της αντιμισθίας Σελ. 131
3. Ασφαλιστικά Δικαιώματα και ασφαλιστικές εισφορές των αιρετών Σελ. 133
i. Η αρχική βασική ρύθμιση του Ν 3852/2010 Σελ. 133
ii. Οι ρυθμίσεις των Ν 4093/2012 και Ν 4147/2013 Σελ. 134
iii. Το ισχύον από 1.1.2017 ασφαλιστικό καθεστώς των αιρετών Σελ. 135
4. Η χορηγία των Δημάρχων Σελ. 135
Β. Οι λειτουργικές διευκολύνσεις κατά την άσκηση της εντολής Σελ. 137
1. Γενικά Σελ. 137
2. Αδειοδοτήσεις Σελ. 138
i. Ειδική Άδεια Σελ. 138
ii. Άδειες Απουσίας Σελ. 141
3. Υπηρεσιακή μετακίνηση των αιρετών Σελ. 142
V. Επίμετρο Σελ. 144
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η πειθαρχική και αστική ευθύνη των αιρετών οργάνων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης μετά το Ν 4555/2018 Σελ. 147
Νικόλαος Ι. Βαγιωνάκης
Εισηγητής Συμβουλίου της Επικρατείας
I. Εισαγωγή Σελ. 148
II. Η πειθαρχική ευθύνη των αιρετών οργάνων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης μετά το Ν 4555/2018
Α. Έννοια και εκδηλώσεις του πειθαρχικού φαινομένου Σελ. 149
Β. Συνταγματική θεμελίωση της πειθαρχικής ευθύνης των αιρετών οργάνων των ΟΤΑ και των λαμβανόμενων σε βάρος τους διοικητικών μέτρων Σελ. 152
Γ. Προϊσχύσασες νομοθετικές ρυθμίσεις περί πειθαρχικής ευθύνης Σελ. 156
Δ. Υποκείμενα - άσκηση της πειθαρχικής δικαιοδοσίας Σελ. 159
Ε. Πειθαρχικά παραπτώματα Σελ. 162
1. Αντικειμενικά στοιχεία του πειθαρχικού παραπτώματος Σελ. 162
2. Υποκειμενικά στοιχεία του πειθαρχικού παραπτώματος Σελ. 166
3. Παραγραφή Σελ. 169
4. Περιπτωσιολογία Σελ. 170
ΣΤ. Πειθαρχικές ποινές Σελ. 174
Ζ. Πειθαρχική Διαδικασία Σελ. 176
Η. Ένδικα βοηθήματα Σελ. 179
Θ. Ειδικώς η πειθαρχική ποινή της παύσης για σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος Σελ. 182
Ι. Τα διοικητικά μέτρα της έκπτωσης και της αργίας Σελ. 185
Κ. Μεταβατικές διατάξεις (ματιά στο μέλλον ή επιστροφή στο παρελθόν;) Σελ. 189
ΙΙΙ. Η αστική ευθύνη των αιρετών οργάνων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης μετά το Ν 4555/2018
Α. Έννοια της αστικής ευθύνης - η προσωπική ευθύνη του υπαίτιου οργάνου - ειδικώς η περίπτωση των αιρετών οργάνων των ΟΤΑ Σελ. 190
Β. Υποκείμενα του καταλογισμού Σελ. 191
Γ. Καταλογίζον όργανο Σελ. 193
Δ. Προϋποθέσεις καταλογισμού Σελ. 193
1. Αντικειμενικά στοιχεία Σελ. 193
2. Υποκειμενικά στοιχεία Σελ. 195
Ε. Διαδικασία καταλογισμού Σελ. 195
ΣΤ. Ένδικα βοηθήματα Σελ. 197
Ζ. Καταλογισμός στο πλαίσιο δημοσιονομικού ελέγχου Σελ. 198
Η. Μεταβατικές διατάξεις Σελ. 199
IV. Αντί επιλόγου - Συμπεράσματα Σελ. 199
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Κρατικός έλεγχος των πράξεων των ΟΤΑ και δικαστική προστασία Σελ. 203
Κυριάκος Π. Παπανικολάου
Λέκτωρ Δημοσίου Δικαίου της Νομικής Σχολής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης
I. Συνταγματικός περιορισμός του κρατικού ελέγχου μόνον επί της νομιμότητας των πράξεων των ΟΤΑ Σελ. 204
ΙΙ. Ex officio έλεγχος πράξεων των ΟΤΑ Σελ. 204
ΙΙΙ. Έλεγχος πράξεων των ΟΤΑ κατόπιν διοικητικών προσφυγών
Α. Προϋποθέσεις άσκησης ειδικής διοικητικής προσφυγής· ιδίως το έννομο συμφέρον Σελ. 206
Β. Αποκλίνουσες ρυθμίσεις της ειδικής διοικητικής προσφυγής κατά πράξεων των ΟΤΑ έναντι των γενικών διατάξεων Σελ. 209
1. Έλεγχος παραλείψεων οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας Σελ. 209
2. Αίτηση θεραπείας παραλλήλως με την πρόβλεψη ειδικής διοικητικής προσφυγής Σελ. 210
3. Αποκλειστική προθεσμία για την έκδοση - όχι και την κοινοποίηση - της απόφασης επί της ειδικής προσφυγής Σελ. 212
IV. Η άσκηση της ειδικής διοικητικής προσφυγής ως προϋπόθεση της ασκήσεως ενδίκων βοηθημάτων Σελ. 214
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Θεμελιώδεις αρχές σύνταξης των οργανισμών των δήμων και των περιφερειών Σελ. 221
Μιχάλης Ν. Πικραμένος
Αντιπρόεδρος Συμβουλίου της Επικρατείας Αν. Καθηγητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ
I. Ο πολιτικός και διοικητικός χαρακτήρας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης: δημοκρατική νομιμοποίηση και παροχή δημόσιας υπηρεσίας Σελ. 222
ΙΙ. Οργάνωση και οργανωτική εξουσία Σελ. 226
ΙΙI. Το Σύνταγμα και τα πορίσματα της διοικητικής επιστήμης γνώμονας για ορθολογική οργάνωση των δημοσίων υπηρεσιών εν γένει Σελ. 229
ΙV. Αιρετοί και υπάλληλοι: πολιτική διακυβέρνηση, επιτελική και εκτελεστική διοίκηση Σελ. 237
V. Το νομοθετικό πλαίσιο για τους οργανισμούς των δήμων και η σχετική νομολογία Σελ. 242
VI. Το νομοθετικό πλαίσιο για τους οργανισμούς των περιφερειών και η σχετική νομολογία Σελ. 245
VII. Εφαρμόζοντας τις αρχές και τους κανόνες της καλής νομοθέτησης και της ορθολογικής οργάνωσης της διοίκησης κατά τη σύνταξη των οργανισμών Σελ. 247
VIII. Συμπεράσματα Σελ. 253
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η θέση των ΟΤΑ στους τομείς της χωροταξίας και της πολεοδομίας Σελ. 257
Ευαγγελία Θ. Παυλίδου
Δ.Ν., Πρωτοδίκης Δ.Δ.
I. Η κατανομή των πολεοδομικών αρμοδιοτήτων μεταξύ κεντρικής Διοίκησης, ΟΤΑ και επί μέρους οργάνων
Α. Συνταγματικά ζητήματα Σελ. 258
1. Οι διατάξεις Σελ. 258
Β. Ειδικοί τομείς νομοθεσίας Σελ. 260
1. Χωροταξικός και πολεοδομικός σχεδιασμός Σελ. 260
2. Δόμηση και χρήσεις γης Σελ. 263
3. Επιβολή και άρση απαλλοτριώσεων Σελ. 265
4. Οδικό δίκτυο Σελ. 267
ΙΙ. Η τοπική αυτοδιοίκηση στην πολεοδομική διοικητική διαδικασία
Α. Διαβούλευση Σελ. 268
Β. Διοικητικές διαδικασίες από πολεοδομικά όργανα των ΟΤΑ Σελ. 269
1. Ορθολογική οργάνωση, συγκρότηση και λειτουργία πολεοδομικών οργάνων Σελ. 269
2. Πρόσβαση σε έγγραφα Σελ. 270
3. Διοικητικός έλεγχος Σελ. 271
ΙΙΙ. Η τοπική αυτοδιοίκηση στην πολεοδομική διοικητική δίκη Σελ. 272
IV. Συμπεράσματα
Α. Αποτίμηση των αλλαγών της πολεοδομικής ύλης των ΟΤΑ Σελ. 275
Β. Συγκριτικό δίκαιο Σελ. 276
Γ. Προς μια αποτελεσματική αυτοδιοίκηση στο πολεοδομικό περιβάλλον Σελ. 277
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Σελ. 279
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ Σελ. 283
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ Σελ. 297

Σελ. 1

 

 

 

 

 

 

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Σελ. 3

Η οργάνωση των ΟΤΑ. Τα όρια
του Συντάγματος και ο νομοθέτης

Μαρία Αθ. Αλεξοπούλου

Δ.Ν., Πρωτοδίκης Δ.Δ.

 

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ

I. Συνταγματική κατοχύρωση και νομοθετική εξέλιξη
των ΟΤΑ από το 1975 έως σήμερα

Α. Συνταγματική κατοχύρωση

1. Το Σύνταγμα του 1975

i. Άρθρο 102 1-5

ii. Άρθρο 101 παρ. 1 και 2 6

2. Η αναθεώρηση του 2001

i. Άρθρο 102 7-12

ii. Ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 101 13

3. Η αναθεώρηση του 2008 14

Β. Νομική φύση της συνταγματικής κατοχύρωσης 15-17

Γ. Ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας 18-19

Δ. Νομοθετικές μεταρρυθμίσεις

1. Μετά τη θέση σε ισχύ του Συντάγματος του 1975 20-24

2. Μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001 25-28

ΙΙ. Τα συνταγματικά κριτήρια για την οργάνωση των ΟΤΑ

Α. Το κατά το Σύνταγμα αρμόδιο όργανο για την οργάνωση των ΟΤΑ 29

Β. Τα συνταγματικά κριτήρια

1. Άρθρο 101 παρ. 2 του Συντάγματος 30-45

i. «Γεωοικονομικές» συνθήκες 31-37

ii. «Κοινωνικές» συνθήκες 38-42

Σελ. 4

iii. «Συγκοινωνιακές» συνθήκες 43-45

2. Άρθρο 101 παρ. 4 του Συντάγματος 46-47

3. Τα λοιπά κριτήρια 48-50

Γ. Τα κριτήρια του άρθρου 102 παρ. 5 του Συντάγματος 51-53

ΙΙΙ. Διοίκηση τοπικών υποθέσεων

Α. «Τοπικές» υποθέσεις 54-59

Β. «Κρατικές» υποθέσεις 60

ΙV. Προϋποθέσεις μεταβολής του ισχύοντος συστήματος οργάνωσης

Α. Συνολική μεταβολή: τα συνταγματικά όρια 61-68

Β. Μερική μεταβολή: διάσπαση μεγάλων Δήμων 69-77

V. Η εκτίμηση από το νομοθέτη των νέων συνθηκών

A. Αναδιάρθρωση λόγω νέων συνθηκών 78-80

B. Χρόνος συντέλεσης της μεταβολής - προεκλογική περίοδος 81-82

VI. Δικαστικός έλεγχος

Α. Έλεγχος συνταγματικότητας

1. Τυπικού νόμου 83-85

2. Ουσιαστικού νόμου 86-87

Β. Αναρμοδιότητα διοικητικού οργάνου - παράβαση νόμου 88

VII. Σύνοψη - Κριτική αποτίμηση 89

 

 

Ι. Συνταγματική κατοχύρωση και νομοθετική εξέλιξη των ΟΤΑ από το 1975 έως σήμερα

Α. Συνταγματική κατοχύρωση

1. Το Σύνταγμα του 1975

i. Άρθρο 102

1Η αντιμετώπιση της τοπικής αυτοδιοίκησης ως πολιτικοδιοικητικού θεσμού που διαθέτει ιδιαίτερο δημοκρατικό - νομιμοποιητικό έρεισμα και συνταγματικά προστατευόμενο πεδίο αρμοδιότητας, όχι όμως και αυτονομία, αποτυπώνεται στο Σύνταγμα του 1975. Εκτός από τους ΟΤΑ, το Σύνταγμα αναγνωρίζει

Σελ. 5

αυτοδιοίκηση στην περίπτωση των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (άρθρο 16 παρ. 5 Σ).

Στο άρθρο 102 παρ. 1 του Συντάγματος του 1975 προβλέφθηκε η λειτουργία περισσότερων «βαθμίδων» τοπικής αυτοδιοίκησης, με παράλληλη μνεία των δύο υφιστάμενων οργανωτικών τύπων («δήμοι και κοινότητες») του πρώτου βαθμού, ενώ ένα σημαντικό μέρος της εκτελεστικής λειτουργίας, δηλαδή η διαχείριση των τοπικών υποθέσεων, ορίσθηκε απευθείας και χωρίς «επιφύλαξη του νόμου» ως πεδίο ευθύνης των ΟΤΑ, με τις διοικητικές τους δραστηριότητες να εντάσσονται στο γενικότερο ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει τη δημόσια διοίκηση.

Το άρθρο 102 παρ. 1 του Συντάγματος εγγυάται, αν και δεν το ορίζει ρητώς, ότι οι ΟΤΑ αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, διακεκριμένα από το νομικό πρόσωπο του κράτους stricto sensu, έχουν επομένως όχι μόνο αρμοδιότητα, αλλά και δικαιώματα και υποχρεώσεις, έχουν δικό τους προσωπικό, δική τους περιουσία και δικό τους προϋπολογισμό.

2Με την παρ. 2 του άρθρου 102 κατοχυρώθηκε η διοικητική αυτοτέλεια των ΟΤΑ, η οποία, κατά τη θεωρία, εκδηλώνεται με την εκλογή ή τον αυτοκαθορισμό, δηλαδή τον μη κρατικό καθορισμό, των φορέων των οργάνων των ΟΤΑ οι οποίοι λαμβάνουν αποφάσεις και ασκούν δημόσια εξουσία, στο πεδίο της αρμοδιότητάς τους, με δική τους ευθύνη, με την οργάνωση των υπηρεσιών των ΟΤΑ και τον καθορισμό του τρόπου λειτουργίας τους, την ψήφιση κανονισμών λειτουργίας των οργάνων των ΟΤΑ (δημοτικού συμβουλίου κ.λπ.), καθώς και τη σύσταση νομικών προσώπων (ιδρυμάτων, συνδέσμων, επιχειρήσεων κ.λπ.), και, τέλος, με τη λήψη, κατά διακριτική ευχέρεια, αλλά σύμφωνα με τους νόμους, αποφάσεων για θέματα των υπαλλήλων τους (διορισμοί, προαγωγές κ.λπ.), που διακρίνονται από το προσωπικό των κρατικών υπηρεσιών. Εδώ ανήκει η κατάρτιση ξεχωριστού προϋπολογισμού και απολογισμού, καθώς και ο αυτοκαθορισμός, εντός των ορίων του νόμου, των προτεραιοτήτων κατά την επιδίωξη των σκοπών της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Σελ. 6

Σύμφωνα με τον Π. Δαγτόγλου, η φράση του Συντάγματος ότι «οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης απολαύουν διοικητικής αυτοτέλειας» αποτελεί πλεονασμό, γιατί αυτοδιοίκηση χωρίς διοικητική αυτοτέλεια αποτελεί αντιφατική έννοια.

3Με την ίδια παράγραφο εισήχθησαν δημοκρατικές διαδικασίες και κανόνες για την πραγμάτωση της λαϊκής κυριαρχίας σε τοπικό επίπεδο (εκλογές με «καθολική και μυστική ψηφοφορία»), με παράλληλη καθιέρωση, στην παρ. 5, της άσκησης κρατικής εποπτείας επί των πράξεων των αιρετών μονομελών και συλλογικών οργάνων των ΟΤΑ (χωρίς ακόμη το ρητό περιορισμό της σε έλεγχο νομιμότητας) και ενός ιδιαίτερου καθεστώτος πειθαρχικής ευθύνης με πρόσθετες εγγυήσεις για τους αιρετούς λειτουργούς (οι πειθαρχικές ποινές της αργίας και απόλυσης επιβάλλονται μετά από σύμφωνη γνώμη συμβουλίου αποτελούμενου κατά πλειοψηφία από τακτικούς δικαστές). Πρόκειται για τη λεγόμενη εποπτεία α) επί των πράξεων των ΟΤΑ και β) επί των προσώπων, ήτοι επί των οργάνων των ΟΤΑ που δεν εκπληρώνουν ορθώς τους σκοπούς της αυτοδιοίκησης.

Η εκλογή των αιρετών οργάνων των ΟΤΑ διέπεται, εκτός από τις αρχές της καθολικότητας και μυστικότητας του άρθρου 102 παρ. 2 του Συντάγματος, και από τις αρχές της ελευθερίας και της γνησιότητας της ψηφοφορίας (άρθρο 52 Σ για την εκλογή των Βουλευτών), την αρχή της ισότητας της ψήφου (άρθρο 4 παρ. 1 Σ), τις αρχές της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων και των πολιτικών κομμάτων και μία άλλη βασική αρχή, που προκύπτει από τη φύση της «εκλογής» των ΟΤΑ (άρθρο 102 παρ. 2 Σ), ότι η εκλογή πρέπει να επαναλαμβάνεται σ’ ορισμένα εύλογα χρονικά διαστήματα. Αντιθέτως προς

Σελ. 7

την εκλογή βουλευτών, η εκλογή των τοπικών αρχών δεν είναι κατ’ ανάγκη άμεση, αλλά μπορεί να είναι και έμμεση, να γίνεται δηλαδή όχι κατευθείαν από τον λαό, αλλά από πρόσωπα (εκλέκτορες) που εξελέγησαν άμεσα από το λαό, ενώ ομοίως προς την εκλογή βουλευτών δεν είναι σύμφωνη προς το Σύνταγμα η χορήγηση σε αλλοδαπούς τρίτων χωρών, μη έχοντες καν την ιδιότητα του ομογενούς, του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι κατά τις εκλογές των ΟΤΑ α΄ βαθμού, καθώς έτσι παραβιάζεται η αρχή ότι τα πολιτικά αυτά δικαιώματα ανήκουν αποκλειστικά σε Έλληνες πολίτες. Το Σύνταγμα δεν καθορίζει σύστημα εκλογής των οργάνων των ΟΤΑ, καταλείποντας τη ρύθμισή του στον κοινό νομοθέτη, ο οποίος καθορίζει το εκλογικό σύστημα ελεύθερα, μέσα όμως στο πλαίσιο των ως άνω εκλογικών αρχών και με σκοπό να διασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος με τη δημιουργία ισχυρών πλειοψηφιών στα συμβούλια των ΟΤΑ.

4Παρόλο, όμως, που οι τοπικές αρχές εκλέγονται, δεν έχουν εκ του Συντάγματος και αυτόνομη κανονιστική αρμοδιότητα, δηλαδή εξουσία αυτοτελούς θέσπισης κανόνων δικαίου, αλλά διασφαλίζεται μόνον αυτοδιοίκηση, δηλαδή εξουσία να αποφασίζουν επί των τοπικών υποθέσεων δι’ ιδίων οργάνων, εντός των πλαισίων των κανόνων που διέπουν την οργάνωση και λειτουργία τους και θεσπίζονται από τον τυπικό νόμο ή την κατ’ εξουσιοδότηση τούτου κανονιστικώς δρώσα διοίκηση. Μπορούν μόνο να εκδίδουν κανονιστικές διοικητικές πράξεις επί τη βάσει νομοθετικής εξουσιοδότησης, κατ’ άρθρο

Σελ. 8

43 παρ. 2 δεύτερο εδάφιο του Συντάγματος, προς ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων ή θεμάτων με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό. Από τη συνδυαστική ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 43 παρ. 2, 101 παρ. 3 και 102 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος προκύπτει ότι, όταν πρόκειται για θέμα «τοπικού ενδιαφέροντος», η σχετική ρύθμιση βάσει εξουσιοδότησης δεν μπορεί να γίνει από κεντρικό όργανο, αλλά μόνον από αποκεντρωμένο (περιφερειακό) κρατικό όργανο ή από όργανο ΟΤΑ.

5Περαιτέρω, με το Σύνταγμα του 1975 η τοπική αυτοδιοίκηση υπήχθη στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου (άρθρο 98 παρ. 1), ενώ βασικές πτυχές του νομικού καθεστώτος που ισχύει για τους δημοτικούς και κοινοτικούς υπαλλήλους ρητώς εξομοιώθηκαν με εκείνο των υπαλλήλων του «δημοσίου» (άρθρο 103 παρ. 6).

Τέλος, με το Σύνταγμα του 1975 διατηρήθηκε ένα είδος φορολογικού «μονοπωλίου» (άρθρο 78) του «κεντρικού» αντιπροσωπευτικού σώματος, δηλαδή της Βουλής, με ταυτόχρονη όμως προτροπή της κρατικής εξουσίας να μην εμποδίζει την «πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση» των ΟΤΑ (άρθρο 102 παρ. 5), να «μεριμνά ώστε να εξασφαλίζονται οι αναγκαίοι πόροι για την αποστολή» τους (παρ. 6). Το Σύνταγμα συμπεριέλαβε και μία έμμεση παρακίνηση για τη λειτουργία συνδέσμων, ακόμη και αναγκαστικών, προκειμένου έτσι να διασφαλισθεί in concreto η εκτέλεση έργων ή η παροχή υπηρεσιών (παρ. 3) από τους ΟΤΑ. Οι σύνδεσμοι αυτοί δεν αποτελούν δευτεροβάθμιους ΟΤΑ, αλλά μορφή μόνιμα οργανωμένης συνεργασίας αυτών.

Σελ. 9

ii. Άρθρο 101 παρ. 1 και 2

6Στο άρθρο 101 παρ. 1 του Συντάγματος του 1975 ορίσθηκε ότι η διοίκηση του Κράτους οργανώνεται με βάση το αποκεντρωτικό σύστημα. Σύμφωνα με τον Σ. Φλογαΐτη, ο όρος «αποκέντρωση» προέρχεται από τον γαλλικό όρο “décentralisation”, ο οποίος όμως είναι ευρύτερος, αφού περιλαμβάνει και την τοπική αυτοδιοίκηση.

Η κατά τόπον προσδιοριζόμενη αρμοδιότητα των οργανωτικών μονάδων του pleno sensu Κράτους (κρατικών υπηρεσιών και ΟΤΑ) συνεπάγεται τη διαίρεση της Επικράτειας σε αντίστοιχες γεωγραφικές περιοχές.

Το Σύνταγμα του 1975 έθεσε, στο άρθρο 101 παρ. 2, συγκεκριμένα κριτήρια για τη διοικητική διαίρεση «της Χώρας», δηλαδή «τις γεωοικονομικές, κοινωνικές και συγκοινωνιακές συνθήκες». Σύμφωνα με τον Ν. Χλέπα, οι διατάξεις του άρθρου 101 παρ. 2 του Συντάγματος, ενόψει και της γενικότατης διατύπωσής της, που αναφέρεται στη «Χώρα», δεν αφορούν μόνο την εδαφική διάταξη του stricto sensu Κράτους αλλά και των άλλων δημόσιων νομικών προσώπων που ασκούν δημόσια εξουσία και εντάσσονται στην υπό ευρεία έννοια «δημόσια διοίκηση» και μάλιστα κατ’ εξοχήν των κατά τόπο οριοθετούμενων οργανισμών, δηλαδή των ΟΤΑ.

Έτσι καθιερώνεται συναφής υποχρέωση του νομοθέτη και της κανονιστικώς δρώσας διοίκησης να αναφέρονται στις εν λόγω συνθήκες, προκειμένου να καταλήξουν σε αποφάσεις και ρυθμίσεις για τη διαμόρφωση του «διοικητικού χάρτη» της χώρας.

2. Η αναθεώρηση του 2001

i. Άρθρο 102

7Με την αναθεώρηση του 2001, κατοχυρώθηκαν συνταγματικώς ορισμένες αλλαγές που είχε ήδη πραγματοποιήσει ο κοινός νομοθέτης (βλ. κατωτέρω Δ.), όπως είναι ο εμφατικός περιορισμός της κρατικής εποπτείας σε έλεγχο νομιμότητας (παρ. 4) και η ρητή κατοχύρωση του δεύτερου βαθμού ΟΤΑ

Σελ. 10

(παρ. 1 εδ. α΄). Η ρητή κατάργηση του ελέγχου σκοπιμότητας και στο Σύνταγμα διευκόλυνε την ανάπτυξη της διοικητικής αυτοτέλειας των ΟΤΑ που αφορά και την οργάνωση και τις υπηρεσίες των ΟΤΑ.

Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 102 παρ. 4 του Συντάγματος, ο έλεγχος νομιμότητας δεν αφορά μόνο τις πράξεις και παραλείψεις των οργάνων των ΟΤΑ και των δύο βαθμών, αλλά υπεισέρχεται και στις πράξεις των οργάνων των συνιστώμενων από τους ΟΤΑ νομικών προσώπων, καθώς και των συνδέσμων τους, προκειμένου το κράτος να έχει εποπτεία των δράσεων που εκτυλίσσονται σε όλο το δίκτυο των νομικών προσώπων που τελούν υπό τη σκέπη της τοπικής αυτοδιοίκησης. Ο έλεγχος νομιμότητας αφορά τόσο τις εκτελεστές διοικητικές πράξεις όσο και τις πράξεις του ιδιωτικού δικαίου, όπως είναι οι πράξεις των συνιστώμενων από τους ΟΤΑ νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, διότι και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για έλεγχο των όρων, των προϋποθέσεων και της διαδικασίας που πρέπει τα αρμόδια όργανα των ΟΤΑ να τηρούν κατά τη δράση τους, υπό οποιαδήποτε μορφή και αν αυτή εκδηλώνεται, καθώς και τη συμφωνία του περιεχομένου των πράξεών τους προς το ειδικό νομοθετικό πλαίσιο που ρυθμίζει τη σχετική ύλη. Η οριοθέτηση της κρατικής εποπτείας στον έλεγχο αποκλειστικά της νομιμότητας της διοικητικής δράσης των ΟΤΑ, που διαθέτουν δημοκρατική νομιμοποίηση, και των νομικών τους προσώπων αποτελεί την καρδιά της ελευθερίας τους για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων, διότι τους επιφυλάσσεται ένα ευρύ πεδίο ανάπτυξης πρωτοβουλίας κατ’ εκτίμηση των ουσιαστικών τους αναγκών.

8Το Σύνταγμα αναθέτει την εποπτεία των ΟΤΑ στην πολιτεία και στα όργανά της, χωρίς να διακρίνει μεταξύ κεντρικών ή αποκεντρωμένων κρατικών οργάνων. Ως προς την οργάνωση των σχετικών διαδικασιών, τον καθορισμό, τη σύνθεση και την αρμοδιότητα των οργάνων που ασκούν την κρατική εποπτεία, το Σύνταγμα αφήνει περιθώρια διαφοροποίησης στον κοινό νομοθέτη, ενόψει των σοβαρών διαφορών ως προς τα μεγέθη, την αποστολή και το λειτουργικό περιεχόμενο των δύο βαθμών ΟΤΑ. Νοητή θα ήταν και η διαφοροποίηση μεταξύ ΟΤΑ του ίδιου βαθμού, εφόσον αυτή βασίζεται σε αντικειμενικά

Σελ. 11

κριτήρια, όπως λ.χ. το μέγεθος, η ένταξη σε ενιαία μητροπολιτική περιοχή, ο νησιωτικός χαρακτήρας, το ύψος των δαπανών κ.ο.κ.

9Με την παρ. 1 του αναθεωρηθέντος άρθρου 102 κατοχυρώνεται η τοπική αυτοδιοίκηση πρώτου και δεύτερου βαθμού, χωρίς πλέον ονομαστική αναφορά στους δήμους και τις κοινότητες, που συγκροτούσαν πριν από την αναθεώρηση του 2001 τον πρώτο βαθμό. Διευρύνονται έτσι οι δυνατότητες του κοινού νομοθέτη ως προς την οργανωτική συγκρότηση των δύο βαθμών ΟΤΑ, αλλά και την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ τους.

10Με την ίδια παράγραφο του άρθρου 102 καθιερώνεται υπέρ των ΟΤΑ «τεκμήριο αρμοδιότητας για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων», ενώ εξουσιοδοτείται ρητώς ο νομοθέτης να καθορίσει το εύρος και τις κατηγορίες των τοπικών υποθέσεων και την κατανομή τους στους επιμέρους βαθμούς, αλλά και να αναθέσει στους ΟΤΑ την άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν «αποστολή του Κράτους», με ταυτόχρονη όμως μεταφορά πόρων.

11Περαιτέρω, με την παρ. 2 του άρθρου 102 του Συντάγματος κατοχυρώθηκε ανεπιφύλακτα, εκτός από τη διοικητική, και η οικονομική αυτοτέλεια των ΟΤΑ, σε συνδυασμό με το άρθρο 98 παρ. 1 του Συντάγματος. Η δημοσιονομική και οικονομική αυτοτέλεια, περιλαμβάνεται στη διοικητική αυτοτέλεια και εκδηλώνεται με τον σχηματισμό και τη διαχείριση ιδιαίτερης περιουσίας, αλλά και γενικότερα την ύπαρξη ιδιαίτερης διαχείρισης με έσοδα και έξοδα των ΟΤΑ, ξεχωριστό προϋπολογισμό κ.λπ. Σύμφωνα με άλλη κατάταξη, η δημοσιονομική αυτοτέλεια των ΟΤΑ διακρίνεται από την οργανική. Περαιτέρω, με την παρ. 5 του ίδιου άρθρου καθιερώθηκε η δυνατότητα να προβλεφθούν «τοπικά έσοδα», δηλαδή και τοπικοί φόροι που εξειδικεύονται («καθορίζονται») εισπράττονται από τους ΟΤΑ κατόπιν εξουσιοδότησης νόμου, οι οποίοι είναι αναγκαίοι για την εκπλήρωση της αποστολής και της άσκησης των αρμοδιοτήτων τους.

Σελ. 12

12Με την παρ. 3 του άρθρου 102 του Συντάγματος ενισχύθηκε ο θεσμός των συνδέσμων ΟΤΑ, οι οποίοι συστήνονται για την εκτέλεση έργων ή την παροχή υπηρεσιών ή, πλέον, την άσκηση αρμοδιοτήτων των ΟΤΑ. Οι σύνδεσμοι αυτοί αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και εκδηλώνουν τη δράση τους με την έκδοση ατομικών και κανονιστικών διοικητικών πράξεων και την πραγματοποίηση υλικών ενεργειών προς επίτευξη των σκοπών τους.

ii. Ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 101

13Με την αναθεώρηση του 2001, προστέθηκε ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 101, σύμφωνα με την οποία ο νομοθέτης και η κανονιστικώς δρώσα διοίκηση έχουν υποχρέωση να λαμβάνουν υπόψη «τις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών περιοχών». Η ερμηνευτική αυτή δήλωση αναφερόταν, όπως αποσαφηνίστηκε κατά την ψήφισή της από τη Βουλή, στην τρίτη παράγραφο του άρθρου αυτού, στην οποία κατοχυρωνόταν η αποφασιστική αρμοδιότητα των περιφερειακών οργάνων του Κράτους για τις υποθέσεις της περιφέρειάς τους και η αρμοδιότητα των κεντρικών οργάνων του Κράτους για το συντονισμό και τον έλεγχο νομιμότητας των πράξεων των περιφερειακών οργάνων.

3. Η αναθεώρηση του 2008

14Η ερμηνευτική δήλωση που τέθηκε με την αναθεώρηση του 2001 στο άρθρο 101 του Συντάγματος αποτέλεσε με την προσθήκη και των ορεινών περιοχών την τέταρτη παράγραφο του άρθρου αυτού, με την αναθεώρηση του 2008, καταργουμένης της ερμηνευτικής δήλωσης. Σύμφωνα με τη νέα αυτή παράγραφο, ο νομοθέτης και η κανονιστικώς δρώσα διοίκηση υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών και ορεινών περιοχών «μεριμνώντας για την ανάπτυξή τους».

Η κανονιστική ρύθμιση, την οποία κάλυπτε η ερμηνευτική δήλωση και καλύπτει η νέα παράγραφος του άρθρου 101, αναφέρεται στη διοικητική οργάνωση των νησιωτικών και ορεινών περιοχών, και όχι στην περιφερειακή τους ανάπτυξη που καλύπτεται από το άρθρο 106 παρ. 1 του Συντάγματος.

Β. Νομική φύση της συνταγματικής κατοχύρωσης

15Οι περί τοπικής αυτοδιοίκησης διατάξεις του Συντάγματος περιλαμβάνονται στο Τμήμα Στ΄ με τίτλο «Διοίκηση» του Τρίτου Μέρους με τίτλο «Οργάνωση και Λειτουργίες της Πολιτείας», εντασσόμενες έτσι, ex constitutione, στην έννοια της pleno sensu κρατικής διοίκησης.

Σελ. 13

16Η τοπική αυτοδιοίκηση κατοχυρώνεται στο άρθρο 102 του Συντάγματος ως θεσμική εγγύηση και οργανωτικό σχήμα της δημόσιας διοίκησης, χωρίς το άρθρο αυτό να αναφέρεται στην ύπαρξη ή σύσταση συγκεκριμένου ΟΤΑ. Ήδη ολόκληρη η ελληνική επικράτεια (με εξαίρεση την περιοχή του Αγίου Όρους, για την οποία το Σύνταγμα προβλέπει ιδιαίτερο καθεστώς στο άρθρο 105) είναι διαιρεμένη σε ΟΤΑ και κάθε Έλληνας υπήκοος είναι δημότης ενός δήμου. Η κατάργηση της αυτοδιοίκησης ως θεσμού, όχι όμως και μεμονωμένων ΟΤΑ, απαγορεύεται από τα Ευρωπαϊκά Συντάγματα. Απαγορεύεται ακόμη και στο Ηνωμένο Βασίλειο, στο οποίο ναι μεν δεν υπάρχει γραπτό Σύνταγμα, πλην όμως στη “Local Government Act” του 2011 κατοχυρώνεται το «κεκτημένο» της αυτοδιοίκησης: “the powers of local government are not subject to implied repeal”.

17Στην Ελλάδα ουδέποτε υπήρξε συνταγματική διάταξη που αναγνώρισε την τοπική αυτοδιοίκηση ως ατομικό δικαίωμα, σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Μετά, όμως, το Ν ΔΝΖ΄/1912 και την αναβίωση των κοινοτήτων, υιοθετήθηκε η πρακτική της αναγνώρισης από το Κράτος ως ΟΤΑ των οικισμών που εκπλήρωναν τις νομοθετικά προκαθορισμένες προϋποθέσεις, εφόσον οι κάτοικοι υπέβαλαν σχετικό αίτημα. Με αφετηρία αυτή τη μακροχρόνια πρακτική μέρος της θεωρίας υποστήριξε ότι το Σύνταγμα κατοχυρώνει δικαίωμα «δημοτικής αυτοδιάθεσης» των πολιτών για ίδρυση και κατάργηση ΟΤΑ, δηλαδή ένα θεμελιώδες δικαίωμα που έχει τόσο ενεργητικό (ως προς την ίδρυση ΟΤΑ) όσο και αμυντικό (ως προς την κατάργηση ΟΤΑ) περιεχόμενο. Ο Π. Δαγτόγλου αναφέρεται στην ύπαρξη δικαιώματος των πολιτών προς τοπική αυτοδιοίκηση. Φορείς του δικαιώματος είναι τόσο οι ΟΤΑ, όσο και οι δημότες τους. Άλλοι υποστηρίζουν ότι η συνταγματική εγγύηση, εκτός από τη θεσμική της υπόσταση, έχει και μια υποκειμενική πλευρά που είναι το δικαίωμα προς αυτοδιοίκηση. Η πρακτική συνέπεια της αναγνώρισης

Σελ. 14

ενός συνταγματικού δικαιώματος προς αυτοδιοίκηση ή προς «δημοτική αυτοδιάθεση» είναι η απαγόρευση ή ο δραστικός περιορισμός της δυνατότητας του νομοθέτη να επιβάλει αναγκαστικές καταργήσεις ή συγχωνεύσεις ΟΤΑ παρακάμπτοντας τις αντιδράσεις των θιγόμενων δημοτών. Το Συμβούλιο της Επικρατείας, όμως, έκρινε ότι η συνένωση δεν αποτελεί τοπική υπόθεση και επομένως δεν πάσχει από την άποψη του Συντάγματος εάν έχει εκφρασθεί αντίθετη γνώμη των κατοίκων ή εκλογέων ή των μελών του συμβουλίου των υπό κατάργηση οργανισμών. Σε κάθε πάντως περίπτωση, το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις δημοτικές εκλογές αποτελεί πολιτικό δικαίωμα, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των άρθρων 1, 5 παρ. 1 και 102 παρ. 2 του Συντάγματος.

Τοπική αυτοδιοίκηση είναι η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων από αυτοτελείς, αλλά κρατικώς εποπτευόμενους και επικουρικούς οργανισμούς με αιρετές αρχές. Το Σύνταγμα, αναθέτοντας τη «διοίκηση των τοπικών υποθέσεων» στις οργανωτικές μονάδες των ΟΤΑ, δημιουργεί μηχανισμό για την άρθρωση και θεραπεία ενός, ξεχωριστού από το «γενικό», «τοπικού» δημοσίου συμφέροντος με φορέα τον ΟΤΑ και τους δημότες του. Σύμφωνα με τον Ν. Χλέπα, το τοπικό αυτό συμφέρον ενσωματώνει ως ένα βαθμό τα συμφέροντα των δημοτών του, άρα εμφανίζεται έμμεσα και ως προέκταση του δικαιώματος της προσωπικότητας των τελευταίων. Συνεπώς, παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν μπορεί να γίνει λόγος για δήμο - σωματείο, η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων από τους τοπικά αιρετούς λειτουργούς, λόγω ακριβώς της ταύτισης εν πολλοίς εκλογικού σώματος και φορέων του τοπικού συμφέροντος λειτουργεί εν τέλει προστατευτικά (status negativus) αλλά και «προωθητικά» (status positivus και activus) για το δικαίωμα της προσωπικότητας των δημοτών.

Σελ. 15

Η δογματική αντιδιαστολή ανάμεσα σε θεσμικές εγγυήσεις και θεμελιώδη δικαιώματα δεν σημαίνει ότι οι δύο αυτές κατηγορίες δεν έχουν κοινά σημεία αναφοράς στο Σύνταγμα ή δεν διασταυρώνονται, ειδικώς μάλιστα όταν πρόκειται για μια θεσμική εγγύηση, όπως είναι αυτή της τοπικής αυτοδιοίκησης που υποδέχεται και μετουσιώνει ένα θεμελιώδες πολιτικό δικαίωμα, το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στους ΟΤΑ.

Γ. Ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας

Ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας (ΕΧΤΑ) υιοθετήθηκε στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης και η διαδικασία της επικύρωσής του από τα κράτη μέλη του ξεκίνησε στις 15 Οκτωβρίου 1985.

18Η Ελλάδα επικύρωσε το Χάρτη με το Ν 1850/1989 (ΦΕΚ Α΄ 114), με επιφύλαξη ως προς α) το άρθρο 5, που αφορά τη μεταβολή των τοπικών εδαφικών ορίων υποχρεωτικά κατόπιν γνώμης των ενδιαφερομένων ΟΤΑ, ενδεχομένως δια της οδού του δημοψηφίσματος, β) το άρθρο 7 παρ. 2, το οποίο απαιτεί επαρκή οικονομική αποζημίωση για τα έξοδα που προκύπτουν από την άσκηση των τοπικών αρμοδιοτήτων, οικονομική αποζημίωση των διαφυγόντων κερδών ή αμοιβή του παρεχόμενου έργου και αντίστοιχη κοινωνική κάλυψη, γ) το άρθρο 8 παρ. 2 για τον έλεγχο σκοπιμότητας των πράξεων των ΟΤΑ και δ) το άρθρο 10 παρ. 2 για το δικαίωμα των ΟΤΑ να προσχωρούν σε ένωση για την προστασία και την προώθηση των κοινών συμφερόντων τους και σε διεθνή ένωση ΟΤΑ.

19Ο Χάρτης έχει κατ’ αρχήν την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, οι διατάξεις, όμως, για τις οποίες η Ελλάδα επιφυλάχθηκε δεν απέκτησαν αυξημένη τυπική ισχύ έναντι του κοινού νόμου και, ως εκ τούτου, ο εθνικός νομοθέτης δεν δεσμεύεται από τις διατάξεις αυτές.

Στο Χάρτη προβλέπεται, στο άρθρο 3 παρ. 1, η ικανότητα των ΟΤΑ να ρυθμίζουν και να διευθύνουν, στο πλαίσιο του νόμου με δική τους ευθύνη και προς όφελος του πληθυσμού τους, ένα σημαντικό μέρος των δημοσίων υποθέσεων και, στο άρθρο 3 παρ. 2, ότι τα αιρετά όργανα των ΟΤΑ εκλέγονται με ελεύθερη, μυστική, ίση, άμεση και καθολική ψηφοφορία. Περαιτέρω, κατοχυρώνεται, στο άρθρο 4 παρ. 3, η αρχή της επικουρικότητας και, στο άρθρο 4 παρ. 2, το τεκμήριο αρμοδιότητας των ΟΤΑ, έτσι ώστε η αυτοδιοίκηση να αναλαμβάνει «ένα σημαντικό μέρος των δημοσίων υποθέσεων», κατ’ άρθρο

Σελ. 16

3 παρ. 1. Η εξουσία πάντως των ΟΤΑ να αποφασίζουν για τις υποθέσεις της τοπικής κοινωνίας βρίσκει, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 1, όριο στο νόμο.

Ο Χάρτης θεωρεί ότι οι δημόσιες υποθέσεις θα πρέπει να ασκούνται κατά προτίμηση από αρχές που είναι εγγύτερα προς τους πολίτες, ενώ ένα υψηλότερο επίπεδο διοίκησης θεωρείται κατάλληλο μόνο όταν ο συντονισμός ή η παραχώρηση των αρμοδιοτήτων είναι αδύνατη ή λιγότερο αποτελεσματική στο αμέσως κατώτερο διοικητικό επίπεδο. Για το σκοπό αυτό, ο Χάρτης ορίζει στο άρθρο 6 ότι οι ΟΤΑ πρέπει να δύνανται να καθορίζουν οι ίδιοι τις εσωτερικές τους δομές τις οποίες επιθυμούν να έχουν προκειμένου να τις προσαρμόζουν στις ειδικές ανάγκες τους και να επιτυγχάνεται αποτελεσματική διαχείριση και στο άρθρο 9 προβλέπει τη μεταφορά πόρων προς άσκηση των ανατιθέμενων στους ΟΤΑ αρμοδιοτήτων. Σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 1 - 3 του ΕΧΤΑ, οι ΟΤΑ έχουν δικαίωμα σε ίδιους πόρους επαρκείς και ανάλογους για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, προερχόμενους δε κατά ένα μέρος από τοπικούς φόρους και τέλη, το ύψος των οποίων ορίζουν οι ίδιοι, σύμφωνα με το νόμο. Στο δε άρθρο 11 του ΕΧΤΑ ορίζεται ότι οι ΟΤΑ έχουν δικαίωμα δικαστικής προσφυγής, ώστε να εξασφαλίζουν την ελεύθερη άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Με τον Χάρτη δεν καθιερώνεται υπέρ των ΟΤΑ εξουσία να θεσπίζουν αυτοτελώς κανόνες δικαίου.

Με το άρθρο 1 του Ν 4555/2018 (ΦΕΚ Α΄ 133) αντικαταστάθηκε το άρθρο δεύτερο του Ν 1850/1989 και το πεδίο εφαρμογής του Χάρτη επεκτάθηκε και στους ΟΤΑ δεύτερου βαθμού.

Δ. Νομοθετικές μεταρρυθμίσεις

1. Μετά τη θέση σε ισχύ του Συντάγματος του 1975

20Πυρήνας των σχετικών με τους ΟΤΑ ρυθμίσεων της νομοθεσίας ήταν ο Ν ΔΝΖ΄/1912. Στη δεκαετία του 1980, θεσπίσθηκε ο πρώτος Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων (Ν 1065/1980, ΦΕΚ Α΄ 168), με τον οποίο διευρύνθηκαν οι σκοποί των δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων (δυνατότητα ανάπτυξης και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων με σκοπό την πραγματοποίηση εσόδων). Με τον ίδιο νόμο συστάθηκαν δημοτικές επιχειρήσεις, με σκοπό την άσκηση των πάσης φύσης αρμοδιοτήτων, που συμπλέκονται με την κατασκευή και συντήρηση δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης. Ο νόμος εξακολουθεί και ισχύει και έχει θετικό απολογισμό. Με τον δε Ν 1416/1984 (ΦΕΚ Α΄ 18) διαμορφώθηκε διαδικαστικό πλαίσιο ενθάρρυνσης των πρωτοβουλιών

Σελ. 17

εκούσιων συνενώσεων πρωτοβάθμιων ΟΤΑ, με τη θέσπιση ισχυρών οικονομικών κινήτρων με κυρίαρχη αναπτυξιακή διάσταση· οι δε όμοροι ΟΤΑ εντάχθηκαν σε χωρικές ενότητες εντός των οποίων μπορούσαν με δική τους πρωτοβουλία να συστήσουν αναπτυξιακό σύνδεσμο.

21Με το Ν 1622/1986 (ΦΕΚ Α΄ 92) προβλέφθηκε η ύπαρξη δύο βαθμίδων τοπικής αυτοδιοίκησης και μίας βαθμίδας περιφερειακής διοίκησης. Τους πρωτοβάθμιους ΟΤΑ τους αποτελούσαν οι δήμοι που ήταν αρμόδιοι να καλύπτουν όλο το φάσμα των τοπικών υποθέσεων και έργων. Επειδή όμως αυτό ήταν αδύνατο να γίνει με το μέγεθος που είχαν τη χρονική αυτή περίοδο οι ΟΤΑ προβλέφθηκε ο καθορισμός γεωγραφικών ενοτήτων μέσα στις οποίες συνενώνονταν οι κοινότητες και η παροχή για μία τριετία μιας σειράς οικονομικών κινήτρων σε όσους ΟΤΑ θέλησαν να συνενωθούν και να αποτελέσουν το νέο δήμο. Τη δεύτερη βαθμίδα τοπικής αυτοδιοίκησης αποτέλεσαν οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις. Στο επίπεδο αυτό ασκούνταν οι επιτελικές λειτουργίες της τοπικής αυτοδιοίκησης, κυρίως αναπτυξιακού σχεδιασμού, κατασκευής έργων κλίμακας νομού και προσφοράς υπηρεσιών ανωτέρου επιπέδου, όπως είναι η υγεία, η παιδεία, η συγκοινωνιακή υποδομή κ.λπ. Παρέμενε όμως στο νομό η παρουσία της κρατικής διοίκησης (Νομαρχίας) με σαφώς καθορισμένες αρμοδιότητες. Το τρίτο επίπεδο διοίκησης το αποτελούσαν οι περιφέρειες, οι οποίες δεν αποτελούσαν βαθμό τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά περιφερειακή αποκέντρωση του κρατικού δημόσιου τομέα με τη συμμετοχή και αιρετών εκπροσώπων και βαθμό ολοκλήρωσης.

22Με το Ν 1828/1989 (ΦΕΚ Α΄ 2) καθιερώθηκαν οι κεντρικοί αυτοτελείς πόροι, οι οποίοι προέρχονται από ποσοστά επί φόρων (π.χ. εισοδήματος) που εισπράττει το Κράτος και αποδίδει στους ΟΤΑ σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια (κυρίως τον πληθυσμό).

23Στη δεκαετία του 1990, ακολούθησε με τους Ν 2218/1994 (ΦΕΚ Α΄ 90) και 2240/1994 (ΦΕΚ Α΄ 153) η καθιέρωση της δευτεροβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης, στο επίπεδο των νομαρχιών, όπου η περιφέρεια και η έδρα της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης συνέπιπταν με την περιφέρεια και την έδρα του νομού, ή «υπερ - νομαρχιών» σε ορισμένες περιπτώσεις (Αθήνα - Πειραιάς, Θράκη, Δ. Μακεδονία - Θράκη), καταργουμένων των κρατικών νομαρχιών, μετά από 160 χρόνια λειτουργίας. Η «νομαρχιακή αυτοδιοίκηση» ήταν νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με σκοπό την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη της περιφέρειάς της. Στην αρμοδιότητά της ενέπιπτε η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων νομαρχιακού επιπέδου. Με το δε άρθρο 47 παρ. 1 του Ν

Σελ. 18

2218/1994 καταργήθηκε, και τυπικά, ο έλεγχος σκοπιμότητας επί σειράς πράξεων των ΟΤΑ και με το άρθρο 48 καθιερώθηκαν τα «συμβούλια περιοχής» που αποτελούσαν ειδικούς αναγκαστικούς συνδέσμους πρωτοβάθμιων ΟΤΑ συνισταμένων σε κάθε νομό, με σκοπό τον σχεδιασμό και προγραμματισμό της ανάπτυξης της περιοχής τους, την εκτέλεση έργων και πραγματοποίηση προμηθειών, την παροχή υπηρεσιών για την κοινή εξυπηρέτηση των ΟΤΑ - μελών τους και των κατοίκων της περιοχής, ενώ με το άρθρο 41 εγκαταλείφθηκε η διάκριση των αρμοδιοτήτων των δήμων σε αποκλειστικές και συντρέχουσες, που ίσχυε υπό το ΠΔ 323/1989 (ΦΕΚ Α΄ 146).

24Με το Ν 2539/1997 (ΦΕΚ Α΄ 244) (πρόγραμμα «Ι. Καποδίστριας») ο αριθμός των πρωτοβάθμιων ΟΤΑ περιορίσθηκε σε 1034. Κυρίαρχη επιδίωξη υπήρξε η δημιουργία αποτελεσματικών αυτοδιοικητικών ΟΤΑ, με οικονομική αυτάρκεια και δυνατότητα άντλησης ίδιων πόρων, με διοικητική και τεχνική πληρότητα, καθώς και με καλά οργανωμένες υπηρεσίες και ανθρώπινο δυναμικό, ώστε να διασφαλισθεί η παροχή ποιοτικά αναβαθμισμένων υπηρεσιών προς τους πολίτες. Παράλληλα, ελήφθη μέριμνα για τη θεσμική συγκρότηση των καταργηθέντων ΟΤΑ σε επίπεδο δημοτικών διαμερισμάτων (στο πλαίσιο των νέων Δήμων), καθώς και για την αντιπροσώπευση των κατοίκων τους (ανάλογα με τα πληθυσμιακά τους δεδομένα), μέσω των τοπικών συμβουλίων, στο δημοτικό συμβούλιο. Συγκροτήθηκαν δε κοινότητες ως διοικητικές μονάδες που χρήζουν «ειδική αρωγή» προκειμένου να συνδεθούν μελλοντικά με ένα ολοκληρωμένο διοικητικό κέντρο. Η συγκρότηση των κοινοτήτων βασίσθηκε στην αδυναμία μίας οικιστικής μονάδας ή μίας υποενότητας οικιστικών μονάδων να αλληλεξαρτηθούν από άλλες και να συναποτελέσουν με αυτές μία διοικητική ενότητα.

2. Μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001

Ο ισχύων Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων (ΚΔΚ) κυρώθηκε με το Ν 3463/2006 (ΦΕΚ Α΄ 114) και απέβλεψε κυρίως στον εκσυγχρονισμό της καθόλου λειτουργίας των πρωτοβάθμιων ΟΤΑ.

25Το πλέον ριζοσπαστικό και ολοκληρωμένο σχέδιο διοικητικής διαίρεσης της χώρας είναι ο «Καλλικράτης» (Ν 3852/2010, ΦΕΚ Α΄ 87), με τον οποίο έγιναν εκτεταμένες συγχωνεύσεις ΟΤΑ και ο αριθμός τους περιορίσθηκε σε 325 δήμους και 13 αυτοδιοικούμενες περιφέρειες, καθώς και συγχωνεύσεις και λύσεις δημοτικών επιχειρήσεων και άλλων νομικών προσώπων που είχαν διαμορφώσει

Σελ. 19

μία ανεξέλεγκτη οργανωτική και λειτουργική πολυπλοκότητα, ενώ παράλληλα καθιερώθηκαν αυτοδιοικητικοί θεσμοί μητροπολιτικού χαρακτήρα για τα δύο μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα (Περιφέρεια Αττικής και Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης), για την ενιαία αντιμετώπιση υπερτοπικού χαρακτήρα προβλημάτων, αναγκών ενιαίου σχεδιασμού και ανάπτυξης της περιοχής, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των πολιτών, και αναζητήθηκαν ανάλογες μορφές αυτοδιοικητικής οργάνωσης για την αντιμετώπιση των ιδιαιτεροτήτων των νησιωτικών περιοχών.

Στόχος του «Καλλικράτη» είναι οι δήμοι να αποτελέσουν ισχυρές μονάδες τοπικής ανάπτυξης και ταυτόχρονα να εξελίσσονται σε αποτελεσματικούς διαχειριστές υπηρεσιών, ιδίως στην καθημερινή ζωή των πολιτών και στην ποιότητά τους, ενώ, παράλληλα, ορίσθηκε ότι οι δήμοι διαιρούνται σε δημοτικές ενότητες, οι οποίες αποτελούν τους πρώην δήμους του Προγράμματος Καποδίστρια που συνενώθηκαν. Αυτές με τη σειρά τους διαιρούνται σε δημοτικές και τοπικές κοινότητες οι οποίες ταυτίζονται με τα παλαιά δημοτικά διαμερίσματα. Με τις εν λόγω υποδιαιρέσεις διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα των δημόσιων υπηρεσιών και η τοπική αντιπροσωπευτική δημοκρατία, ενώ παράλληλα αμβλύνονται τα μειονεκτήματα των γεωγραφικά μεγάλων δήμων.

Με τον «Καλλικράτη» πραγματοποιήθηκε ανακατανομή αρμοδιοτήτων από την καταργούμενη νομαρχιακή αυτοδιοίκηση προς τους δήμους και τις περιφέρειες. Οι δήμοι ανέλαβαν αρμοδιότητες που αφορούν την καθημερινότητα και την εξυπηρέτηση του πολίτη (αρχή της εγγύτητας στις μεταφερόμενες αρμοδιότητες) και ορίσθηκε ότι η εποπτεία των ΟΤΑ ασκείται από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση. Στους δε νησιωτικούς δήμους ανατέθηκαν επιπλέον αρμοδιότητες στους τομείς ανάπτυξης, περιβάλλοντος, μεταφορών και δημοσίων έργων, αλιείας, γεωργίας και κτηνοτροφίας, ενέργειας, εμπορίου και απασχόλησης και συνεργασίας με το ΕΚΑΒ, στο πλαίσιο αρτιότερης οργάνωσης της αερομεταφοράς ασθενών με παράλληλη δυνατότητα χρήσης ίδιων

Σελ. 20

μέσων για την άμεση αντιμετώπιση της σχετικής ανάγκης, οι οποίες στην ηπειρωτική επικράτεια ασκούνται από την Περιφέρεια. Με τον «Καλλικράτη» δημιουργήθηκε ένας Δήμος σε κάθε νησί, ενώ για τους ορεινούς δήμους προβλέφθηκε διαδικασία και λήψη μέτρων διοικητικής υποστήριξης των ορεινών, από τους εγγύτερους μη ορεινούς δήμους.

Περαιτέρω, ορίσθηκε ότι οι αυτοδιοικητικές εκλογές διεξάγονται κάθε 5 χρόνια, την τελευταία Κυριακή του Μαΐου, μαζί με τις ευρωεκλογές, εξαιρουμένων των εκλογών του 2010, ενώ απαιτείται απόλυτη πλειοψηφία για την ανακήρυξη συνδυασμού ως νικητή. Εάν δεν επιτευχθεί, η διαδικασία επαναλαμβάνεται την επόμενη Κυριακή μεταξύ των δύο πρωτευσάντων (Περιφερειάρχη, Αντιπεριφερειάρχη και Δήμαρχο). Έτος κτήσης του δικαιώματος του εκλέγειν ορίσθηκε το 18ο και ημερομηνία έναρξης καθηκόντων η 1η Σεπτεμβρίου.

26Ακολούθησε το «Πρόγραμμα Κλεισθένης Ι» (Ν 4555/2018, ΦΕΚ Α΄ 133), με βασική φιλοσοφία τη μείωση της θητείας των αιρετών οργάνων από πενταετία σε τετραετία και την υιοθέτηση της απλής αναλογικής, ενώ η διεξαγωγή των αυτοδιοικητικών εκλογών επαναφέρθηκε στα 4 χρόνια, τον μήνα Οκτώβριο, όπως ίσχυε παλαιότερα με το πρόγραμμα «Καποδίστριας». Έτος κτήσης του δικαιώματος του εκλέγειν ορίσθηκε το 17ο, ημερομηνία διεξαγωγής εκλογών ορίσθηκε η δεύτερη Κυριακή του Οκτωβρίου και ημερομηνία έναρξης καθηκόντων η 1η Ιανουαρίου.

Με το πρόγραμμα αυτό προβλέφθηκε η διάρθρωση αυτοτελούς υπηρεσίας εποπτείας ΟΤΑ. Περαιτέρω, τα τοπικά διαμερίσματα του άρθρου 2 του ΚΔΚ μετονομάσθηκαν σε κοινότητες, ανεξαρτήτως του πληθυσμού τους. Κοινότητες αποτελούν και οι δήμοι ή οι κοινότητες που καταργήθηκαν ύστερα από εθελούσια συνένωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 410/1995 (ΦΕΚ Α΄ 231), ή συνενώνονται με τον «Κλεισθένη» και δεν αποτελούνται από τοπικά διαμερίσματα. Οι κοινότητες έχουν δικό τους συμβούλιο αλλά και συνδυασμούς και δικό τους προϋπολογισμό σύμφωνα με τον πληθυσμό και τις πραγματικές τους ανάγκες. Η εκλογή του κοινοτικού συμβουλίου γίνεται ανεξάρτητα από την εκλογή του ψηφοδελτίου του Προέδρου. Ο υποψήφιος δήμαρχος δεν έχει στο ψηφοδέλτιό του και υποψηφίους για τοπικά συμβούλια, διότι αυτά καταργήθηκαν και επανήρθαν οι κοινότητες, που αποκτούν έως ένα βαθμό αυτόνομη νομική μορφή. Ο Πρόεδρος Κοινότητας εκλέγεται από έμμεση εκλογή μεταξύ των κοινοτικών συμβούλων.

27Με το «Πρόγραμμα Κλεισθένης Ι» εισήχθη ο θεσμός του δημοτικού ή περιφερειακού δημοψηφίσματος, το οποίο μπορεί να προκηρύσσεται για κάθε

Σελ. 21

θέμα, εκτός από ζητήματα σχετικά με την εθνική ασφάλεια, την εξωτερική πολιτική, τη μεταναστευτική πολιτική, την ερμηνεία και εφαρμογή διεθνών συνθηκών, ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και λατρείας ή τη θεσμική οργάνωση όλων των γνωστών θρησκειών, τη δημοσιονομική διαχείριση του οικείου ΟΤΑ, την επιβολή τελών, τον ανακαθορισμό του αριθμού και των ορίων των δήμων, των κοινοτήτων, των περιφερειών και των περιφερειακών ενοτήτων της χώρας.

28Ακολούθως, με το Ν 4600/2019 (ΦΕΚ Α΄ 43/9.3.2019), άρθρο 154 «Τροποποίηση του άρθρου 1 του Ν 3852/2010», προβλέφθηκε η διάσπαση πέντε μεγάλων Δήμων, α) του Δήμου Κέρκυρας στους Δήμους i) Βόρειας Κέρκυρας, ii) Κεντρικής Κέρκυρας και Διαποντίων Νήσων, και iii) Νότιας Κέρκυρας, β) του Δήμου Κεφαλλονιάς στους Δήμους i) Αργοστολίου, ii) Ληξουρίου και iii) Σάμης, γ) του Δήμου Σάμου στους Δήμους i) Ανατολικής Σάμου και ii) Δυτικής Σάμου, δ) του Δήμου Σερβίων – Βελβεντού στους Δήμους i) Σερβίων και ii) Βελβεντού και ε) του Δήμου Λέσβου στους Δήμους i) Μυτιλήνης και ii) Δυτικής Λέσβου. Με την παρ. 6 του ως άνω άρθρου του Ν 4600/2019 ορίσθηκε ότι οι νέοι δήμοι αρχίζουν να λειτουργούν από την 1η Σεπτεμβρίου 2019, μετά δηλαδή την εκλογή και εγκατάσταση των νέων δημοτικών αρχών από τις δημοτικές εκλογές του Μαΐου.

ΙΙ. Τα συνταγματικά κριτήρια για την οργάνωση των ΟΤΑ

Α. Το κατά το Σύνταγμα αρμόδιο όργανο για την οργάνωση των ΟΤΑ

29Αρμόδιο όργανο για την οργάνωση των ΟΤΑ είναι ο κοινός ή ο κανονιστικός νομοθέτης, ο οποίος θα εφαρμόσει τα κριτήρια του άρθρου 101 του Συντάγματος προς τον σκοπό αυτό. Η σύσταση ενός ΟΤΑ, η διατήρησή του ή η κατάργησή του με τη συνένωση αυτού με άλλους ΟΤΑ, καθώς και οι συναφείς ρυθμίσεις, όπως ο καθορισμός των ορίων, της έκτασης και της έδρας του, δεν αποτελεί ατομική ρύθμιση, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 26 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, θα ανήκε κατ’ αρχήν στην αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά ρύθμιση με κανονιστικό περιεχόμενο. Ούτε εξάλλου αποτελούν τοπικές υποθέσεις αλλά γενικότερης σημασίας θέματα, ρυθμιζόμενα στο επίπεδο της κεντρικής εξουσίας, για την ρύθμιση των οποίων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τόσο το γενικότερο δημόσιο και εθνικό συμφέρον όσο και τα τοπικά δεδομένα και οι ιδιαίτερες συνθήκες των οικείων περιοχών. Σύμφωνα με το άρθρο 102 ο νομοθέτης δύναται να προβαίνει σε συνένωση δήμων και κοινοτήτων σε μεγαλύτερους πρωτοβάθμιους ΟΤΑ και σε ορισμό της έδρας αυτών με κριτήρια, πέραν του γενικότερου δημόσιου και εθνικού συμφέροντος, τα τοπικά δεδομένα που συναρτώνται καταρχήν με τις γεωοικονομικές, κοινωνικές και συγκοινωνιακές συνθήκες των οικείων περιοχών, ενόψει και της διάταξης του άρθρου 101 παρ. 2 του Συντάγματος.

Back to Top